H τρέχουσα κυβερνητική προπαγάνδα μεταδίδει προσδοκίες και ελπίδες εισοδηματικών ενισχύσεων και παροχών σε πλήθος κοινωνικών ομάδων τώρα που εξήλθαμε των μνημονίων και υποτίθεται ανακτήσαμε την οικονομική μας ανεξαρτησία.

Ανώτερα κυβερνητικά στελέχη, υπουργοί, βουλευτές και εντεταλμένοι προπαγανδιστές τάζουν δεξιά και αριστερά, υπόσχονται σε ανήμπορους συνταξιούχους και άλλους αναξιοπαθούντες ότι η εποχή της λιτότητας παρήλθε και πλέον όλοι έχουν να λαμβάνουν μέρισμα από τη διάσωση της οικονομίας που επέτυχε η «λαοπρόβλητη» κυβέρνησή μας.

Ακόμη και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης έσπευσε να διακηρύξει ότι η ψηφισμένη πριν από λίγους μήνες περικοπή των συντάξεων δεν θα εφαρμοσθεί.

Ωστόσο, αναζητώντας επιβεβαίωση των παραπάνω, προσκρούει ο καθείς σε ένα τείχος περιορισμών και δεσμεύσεων που δεν επιτρέπουν τόση γαλαντομία.

Ο δημοσιονομικός χώρος που συγκροτείται από την επίτευξη υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων – αποτέλεσμα της αφαίμαξης του συνόλου των πολιτών, εχόντων και μη εχόντων – είναι συγκεκριμένος και περιγράφεται με σαφήνεια στο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα που συμφωνήθηκε με εταίρους και δανειστές και βεβαίως ενεκρίθη από την ελληνική Βουλή.

Ανατρέχοντας στο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα διαπιστώνει κανείς ότι οι προς διάθεση και αναδιανομή πόροι είναι περιορισμένοι και αποτέλεσμα συγκεκριμένων μέτρων και περιοριστικών πολιτικών. Αν αναιρεθούν τα μέτρα και οι πολιτικές, αίρεται και ο δημοσιονομικός χώρος και όλο το οικοδόμημα καταρρίπτεται.

Οπως εξηγούν όσοι έχουν αντίληψη των υποχρεώσεων που έχουν αναληφθεί από την παρούσα κυβέρνηση, «δεν υπάρχει τρόπος να μην υλοποιηθούν δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί στο πλαίσιο του προγράμματος». Και επιμένουν ότι είναι σχεδόν αδύνατον να μην εφαρμοσθεί το μέτρο της περικοπής των συντάξεων και εκείνο της μείωσης του Αφορολογήτου. Το μόνο που θα μπορούσε πιθανώς να γίνει είναι κάποια χρονική μετάθεσή τους, αλλά κάτι τέτοιο προϋποθέτει ισχυρή ανάπτυξη και πρόοδο, η οποία επί του παρόντος τουλάχιστον δεν φαίνεται.

Αλλωστε στο υπουργείο Οικονομικών οι επιφορτισμένοι με την κατάρτιση του προϋπολογισμού διευκρινίζουν με κάθε ευκαιρία ότι ο εξασφαλισθείς από το υστέρημα του ελληνικού λαού επιπρόσθετος δημοσιονομικός χώρος αφήνει ένα περιθώριο μεταξύ 700 και 800 εκατ. ευρώ για το 2018 και άλλων τόσων για το 2019. Και για μεν το 2018 το συγκεκριμένο ποσό θα κατευθυνθεί, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, στην αποπληρωμή υποχρεώσεων του παρελθόντος που πηγάζουν από δικαστικές αποφάσεις που επέτυχαν οι ενώσεις των ενστόλων, των δικαστικών και των πανεπιστημιακών, για δε το 2019 η ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών κατευθύνεται προς μείωση του βάρους των ασφαλιστικών εισφορών εργαζομένων και αυτοαπασχολουμένων με προφανή στόχο την ενίσχυση της απασχόλησης.

Για τις συντάξεις λοιπόν δεν υπάρχει επί του παρόντος άλλη πρόβλεψη πέραν της δέσμευσης για εφαρμογή των ψηφισμένων περικοπών.

Επιπροσθέτως, οι γνωρίζοντες διευκρινίζουν ότι χωρίς εφαρμογή των δεσμεύσεων δεν μπορούν να επιστραφούν τα κέρδη των ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών από τα ελληνικά ομόλογα. Η επιστροφή των συγκεκριμένων κερδών είναι ευθέως συνδεδεμένη με την τήρηση των υποχρεώσεων που έχουν αναληφθεί από την ελληνική πλευρά και αφού αυτή έχει προηγουμένως πιστοποιηθεί από τους προβλεπόμενους μηχανισμούς επιτήρησης και παρακολούθησης των δημοσίων οικονομικών.

Ευλόγως λοιπόν τίθεται το ερώτημα προς τι αυτή η γενικευμένη μετάδοση προσδοκιών και φρούδων ελπίδων;

Ως γνωστόν, το ψέμα και η προπαγάνδα έχουν κοντά ποδάρια. Οι πολίτες έτσι κι αλλιώς κρατούν μικρό καλάθι και εκείνο που αποζητούν είναι πράξεις και πολιτικές που θα βεβαιώνουν ότι η χώρα θα ξαναβρεί δρόμο προόδου και προκοπής.

Εχουν χορτάσει άλλωστε από μεγάλα λόγια, ανεκπλήρωτες υποσχέσεις οι οποίες μόνο ανυποληψία και δεινά μεταφέρουν, τίποτε άλλο.

ΤΟ ΒΗΜΑ

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ