Η επόμενη ημέρα μετά τη «μεγάλη έξοδο» της 20ής Αυγούστου δείχνει ότι το τρίτο μνημόνιο απέτυχε τουλάχιστον σε έναν από τους βασικούς στόχους του: την επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές. Η χώρα βέβαια καλείται να ανακτήσει την εμπιστοσύνη τους σε μια δύσκολη διεθνή συγκυρία. Οι βασικές κεντρικές τράπεζες αυξάνουν τα επιτόκια πιέζοντας το κόστος δανεισμού, την ώρα που οι εμπορικοί πόλεμοι, η τουρκική κρίση και συνολικά η νομισματική αναταραχή σε μία σειρά αναδυομένων οικονομιών, αλλά και η ιταλική αναταραχή δεικνύουν πως οι ελληνικοί τίτλοι παραμένουν ευάλωτοι στην πρώτη διεθνή κρίση που θα μπορούσε να ανακύψει, καθώς για τους επενδυτές η Ελλάδα παραμένει αδύναμος κρίκος.
Οπως εκτίμησε και ο πρόεδρος της Bundesbank Γενς Βάιντμαν στην Αθήνα, οι αγορές θα είναι σκληρές με την Ελλάδα και θα παρακολουθούν στενά τις οικονομικές πολιτικές της, τονίζοντας την ανάγκη για συνέχιση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Παρά τη νέα ελάφρυνση του επίσημου χρέους, το επιτόκιο δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου σε βάθος δεκαετίας κινείται στην περιοχή του 4,4% σήμερα, επίπεδο-ρεκόρ στην ευρωζώνη, πολύ πάνω από το αντίστοιχο πορτογαλικό (1,8%) ή το ισπανικό (1,4%), κάτι που σημαίνει ότι η πρόσβαση στις αγορές είναι απαγορευτική. Η χώρα είναι επίσης ιδιαίτερα ευάλωτη σε εξωτερικούς κλυδωνισμούς, λόγω υψηλού χρέους, περιορισμένης αναπτυξιακής δυναμικής και χαμηλής πιστοληπτικής διαβάθμισης.
Ετσι δύσκολα θα προχωρήσει η φημολογούμενη έκδοση ενός 10ετούς ομολόγου αναφοράς το φθινόπωρο, το νωρίτερο τον Σεπτέμβριο, ώστε να χτιστεί και η καμπύλη των αποδόσεων, καθώς διεθνείς επενδυτές φέρεται να επιδιώκουν επιτόκιο 4,5% ή ακόμα και 5%. Από την άλλη πλευρά, έχει μεγάλη σημασία και το ποιος και γιατί αγοράζει τα ομόλογα της χώρας σου. Μακροπρόθεσμοι επενδυτές που εκτιμούν θετικά τις προοπτικές της χώρας θα ζητούσαν «λογικά» επιτόκια, αλλά στις αγορές υπάρχουν πολλών ειδών «επενδυτές» και κάποιες κατηγορίες αυτών δεν θα έπρεπε να ανήκουν στις πρώτες επιλογές μας.
Το βέβαιο είναι πως όσο η οικονομία μας δεν γυρίζει σε διατηρήσιμους ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης, ώστε να επουλωθούν σε εύλογο διάστημα οι βαθιές πληγές της κρίσης, τόσο η χώρα θα παραμένει στη γωνία, το ουσιαστικό τέλος της εποχής της Ελλάδας ως de facto αποικίας της ΕΕ θα αργήσει να έρθει, ενώ οι αγορές σίγουρα δεν θα περιμένουν τα νταούλια που θα βαράμε για να αρχίσουν να χορεύουν.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ