Η ψήφιση ενός νομοσχεδίου από ολλανδούς βουλευτές ήταν αυτό που οδήγησε στη διαλεύκανση της υπόθεσης βιασμού και δολοφονίας ενός 11χρονου μαθητή 20 χρόνια αργότερα. Για δύο δεκαετίες, η αστυνομία δεν είχε καταφέρει να βρει τον δολοφόνο του Νίκι Βερστάπεν, καθώς τα στοιχεία που κάθε τόσο έρχονταν στο φως ανέτρεπαν τα δεδομένα.
Ο 11χρονος βρισκόταν σε κατασκήνωση τον Αύγουστο του 1998 όταν εξαφανίστηκε ένα βράδυ μυστηριωδώς από τη σκηνή του. Το πτώμα του εντοπίστηκε κρυμμένο σε ένα πευκοδάσος την επομένη. Είχε κακοποιηθεί σεξουαλικά. Το DNA που βρέθηκε στα ρούχα του αγοριού ανήκε σε άνδρα, όμως το δείγμα δεν ταίριαζε σε καμία βάση δεδομένων ούτε στην Ολλανδία ούτε στο εξωτερικό, αλλά ούτε και με κανένα από τα εκατοντάδες δείγματα που έλαβε η Δίωξη Εγκλημάτων αρχικά από άνδρες που ζούσαν κοντά ή μέσα στην κατασκήνωση και γνώριζαν το αγόρι. Ηταν άλλη μία από τις χιλιάδες υποθέσεις που παρέμενε ανεξιχνίαστη.
Το 2012 όμως το ολλανδικό Κοινοβούλιο ψήφισε έναν νόμο σύμφωνα με τον οποίο επιτρεπόταν στις Αρχές να λαμβάνει δείγματα DNA από άτομα που θα μπορούσαν ενδεχομένως να είναι συγγενείς ενός υπόπτου κακουργήματος, βάσει του γεωγραφικού και του κοινωνικού τους προφίλ. Βάσει αυτού του νέου νόμου, εάν το γενετικό υλικό ενός εθελοντή ταίριαζε με το DNA κάποιου υπόπτου, οι ερευνητές θα μπορούσαν να τον εντοπίσουν αναλύοντας το οικογενειακό δέντρο του εθελοντή. Ηδη με αυτή την ανάλυση δύο μεγάλες κλοπές εξιχνιάστηκαν, ενώ άνοιξε ο δρόμος για τη διαλεύκανση δεκάδων υποθέσεων, όπως του 11χρονου Νίκι.
Νέες έρευνες με βάση το DNA



Το 2013 ο ολλανδός εισαγγελέας διέταξε τη διενέργεια δύο νέων ερευνών δειγματοληψίας DNA βασισμένων στο DNA που βρέθηκε στα ρούχα του Νίκι. Μια υποχρεωτική δειγματοληψία έγινε σε 1.500 άτομα αλλά και μια εθελοντική σε 21.500 άτομα. Κανένα από τα δείγματα δεν ταίριαζε με το DNA που βρέθηκε στο σώμα του αγοριού το 1998. Ωστόσο ένα άτομο ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για τις έρευνες, ο Ζορζ Μπρες, γνωστός ως ειδικός στην επιβίωση και στη μακρά διαμονή στην άγρια φύση, δεν εμφανίστηκε για την υποχρεωτική δειγματοληψία.
Η εξαφάνιση του Μπρες κίνησε τις υποψίες, μια και την εποχή της δολοφονίας του αγοριού ο άνδρας ζούσε με τη μητέρα του πολύ κοντά στην κατασκήνωση στην οποία εργαζόταν. Τις μέρες που βρέθηκε το πτώμα του Νίκι ο 55χρονος εθεάθη να περπατά στον τόπο του εγκλήματος. Η αστυνομία τον είχε ανακρίνει, αλλά δεν τον κατέταξε στη λίστα των υπόπτων.
Με τον νέο νόμο τα δεδομένα άλλαξαν. Η αστυνομία μπορούσε να λάβει δείγμα DNA από τα μέλη της οικογένειάς του και από κάποια παλιά του ρούχα που είχαν ξεμείνει στο σπίτι της μητέρας του. Ολα ταίριαζαν 100% με το γενετικό υλικό που είχε βρεθεί στις πιτζάμες και στο σώμα του 11χρονου αγοριού. Αμεσα οι Αρχές έδωσαν στη δημοσιότητα υλικό με βίντεο και τη φωτογραφία του και ο άνδρας εντοπίστηκε και συνελήφθη στα περίχωρα μιας μικρής πόλης έξω από τη Βαρκελώνη, την περασμένη εβδομάδα.
Η ολλανδική εισαγγελία ανακοίνωσε ότι σύντομα θα εκδοθεί στην Ολλανδία, ενώ η μητέρα του Νίκι ευχαρίστησε τις Αρχές και τα μέσα ενημέρωσης που δεν ξέχασαν ποτέ την υπόθεση. «Δεν τολμώ να πω ονόματα, από φόβο μήπως ξεχάσω κάποιον, αλλά είμαι ευγνώμων. Σε όλους όσοι κινητοποιήθηκαν, σε όλους εκείνους που έδωσαν δείγμα DNA» δήλωσε δακρυσμένη στις κάμερες καταλήγοντας: «Τώρα, ελπίζω να μιλήσει, οπότε θα λάβουμε επιτέλους απαντήσεις».

HeliosPlus