Το 1926 ο βρετανός συγγραφέας Αλντους Χάξλεϊ πραγματοποίησε ένα ταξίδι στις ΗΠΑ όπου είδε από κοντά το σύστημα της «γραμμής παραγωγής» ή «γραμμής συναρμολόγησης» του μεγιστάνα της αυτοκινητοβιομηχανίας Χένρι Φορντ και συνέλαβε την ιδέα ότι ο φορντισμός, αν εφαρμοζόταν σε κάθε περιοχή του επιστητού και της κοινωνικής διαβίωσης, θα μπορούσε στο πολύ μακρινό μέλλον να αντικαταστήσει όχι μόνο τα πολιτικά συστήματα αλλά και τις θρησκείες. Αποδείχθηκε ότι σε μεγάλο βαθμό το μακρινό μέλλον δεν ήταν και τόσο μακρινό.
Εκείνος ο πολύτροπος και πολυμαθής συγγραφέας, που το έργο του, πεζογραφικό και δοκιμιακό, είναι και ένας διάλογος της λογοτεχνίας με την επιστήμη, φαντάστηκε ένα παγκόσμιο κράτος όπου οι επιστημονικές κατακτήσεις θα εφαρμόζονταν σε όλους τους τομείς της ζωής και θα την άλλαζαν ριζικά. Και αυτό που φαντάστηκε, το οποίο δεν απέχει και πολύ από την πραγματικότητα, το μετέφερε το 1932 στο διασημότερο μυθιστόρημά του, από τα κορυφαία του 20ού αιώνα, τον Θαυμαστό καινούργιο κόσμο.
Βρισκόμαστε στο 632 μ.Φ. (μετά Φορντ), σε ένα παγκόσμιο κράτος όπου έχουν εξαφανιστεί όλες οι «ασθένειες» του παρελθόντος: δεν υπάρχει παρελθόν, η σεξουαλική ελευθερία είναι απόλυτη, δεν υπάρχει πείνα, πόνος και δυστυχία, τέχνη δεν υφίσταται, ούτε άγχος ή νευρώσεις, και η οικογένεια έχει καταργηθεί. Το παρελθόν είναι πλέον ταμπού. Δεν γίνονται πόλεμοι, δεν υπάρχει Ιστορία, ούτε καν μνήμη της Ιστορίας. (Ωστε όταν πολλά χρόνια αργότερα ο Φράνσις Φουκουγιάμα προέβλεπε το «τέλος της Ιστορίας» δεν έλεγε τίποτε νέο.)
Καταναλωτισμός και ναρκωτικά
Οι θρησκείες σε αυτή την ευτυχισμένη «μυρμηγκοφωλιά» έχουν εκλείψει. Ο καταναλωτισμός είναι η νέα και μοναδική θρησκεία. Οι άνθρωποι δεν γερνούν. Και όταν πεθαίνουν αποτεφρώνονται και η τέφρα τους χρησιμοποιείται ως λίπασμα για να αναπτυχθούν τα φυτά. Πεθαίνουν γαλήνιοι γιατί «είναι χρήσιμοι» και μετά τον θάνατό τους.
Η ανθρωπότητα αναπαράγεται τώρα στα κρατικά εργαστήρια με τη χρήση της γενετικής μηχανικής και ανάλογα με την ποσότητα του οξυγόνου που παρέχεται στα έμβρυα παράγονται πέντε τύποι ανθρώπων: οι Αλφα, οι Βήτα, οι Γάμμα, οι Δέλτα και οι Εψιλον. Αφού οι ικανότητες και η ευφυΐα προκαθορίζονται, η ταξική διαστρωμάτωση της κοινωνίας πραγματοποιείται εκ των άνω μέσω της επιστήμης. Ο ρόλος του καθενός ορίζεται εξαρχής από τον προκαθορισμένο γενετικό κώδικα και επομένως όλα και όλοι ανήκουν σε όλους, γι’ αυτό και η σεξουαλική ελευθερία όχι μόνον είναι ανεκτή αλλά προπαγανδίζεται και από το κράτος. Η κοινωνία είναι ένα στατιστικό και προκαθορισμένο μόρφωμα όπου δεν υπάρχει τίποτε που να μην έχει προβλεφθεί. Οι πάντες παίρνουν ένα ναρκωτικό που αποκαλείται «σόμα», το οποίο τους δημιουργεί αισθήματα ηδονικής ευφορίας και εξαφανίζει όλες τις δυσάρεστες συνέπειες που προκαλεί συχνά η αίσθηση του χώρου και του χρόνου. Τους χορηγείται και την ώρα που πεθαίνουν παρακολουθώντας πορνογραφικές ταινίες.
Αρχηγός αυτού του κράτους είναι κάποιος Μουσταφά Μοντ. (Εχει υποστηριχθεί ότι το «πρότυπό» του ήταν ο τούρκος ηγέτης Μουσταφά Κεμάλ, όμως και άλλα ονόματα που παρελαύνουν στο μυθιστόρημα παραπέμπουν σε ιστορικά πρόσωπα.)
Ο Μουσταφά Μοντ, αυτός ο ψυχρός «θεωρητικός της ευτυχίας», μοιάζει με μαριονέτα –αλλά έτσι μοιάζουν και άλλοι χαρακτήρες του βιβλίου.
Τα άκυρα θαύματα και ο «Αγριος»
Αυτός ο κόσμος, εν τούτοις, όπου έχει χαθεί η ουσία της ελευθερίας και της ατομικής ευθύνης, δεν είναι αλώβητος. Σε μια τοποθεσία του Νέου Μεξικού βρίσκεται ένα στρατόπεδο περιφραγμένο με ηλεκτροφόρο συρματόπλεγμα, μια αποικία «Αγρίων» που είναι κατάλοιπο του «παλιού» πολιτισμού. Κανείς, εκτός από κάποιους υψηλόβαθμους Αλφα, δεν επιτρέπεται να το επισκεφθεί. Και όταν ένας από τους «Αγρίους» (πρότυπο του οποίου είναι κατά κάποιον τρόπο ο «ευγενής άγριος» του Ρουσό) βρίσκεται σε αυτόν τον «θαυμαστό καινούργιο κόσμο», αναφωνεί επαναλαμβάνοντας τα λόγια της κόρης του Πρόσπερο, Μιράντας, στην Τρικυμία του Σαίξπηρ (Πέμπτη πράξη, Α’ σκηνή): «Τι πολλά / όμορφα πλάσματα είναι εδώ! Τι ωραία που είναι / η ανθρωπότης! / Ω εξαίσιος νέος κόσμος» (μετάφραση Βασίλη Ρώτα).
Ο τίτλος του μυθιστορήματος, που παραπέμπει στον Σαίξπηρ, είναι βεβαίως ειρωνικός, αφού το παγκόσμιο κράτος του Μουσταφά Μοντ δεν έχει καμιά σχέση με το νησί του Πρόσπερο. Για τούτο και σύντομα ο «Αγριος» διαπιστώνει πως τα θαύματα που τον εντυπωσίασαν είναι άκυρα. Οτι είναι πλασματική και επικίνδυνη αυτή η «απόλυτη» ευτυχία, αφού μας αποκόπτει από την αιτία των πραγμάτων. Οτι η αφθονία και η ποσότητα δεν μπορούν να αντικαταστήσουν την ποιότητα. Οτι η ζωή αποκτά το πραγματικό της νόημα όταν έχουμε έναν σκοπό, όταν αγαπάμε, όταν ανήκουμε κάπου, όταν έχουμε «δικαίωμα» ακόμη και στη δυστυχία. Και από τη στιγμή που όλα αυτά παύουν να υπάρχουν, η ζωή χάνει κάθε νόημα. Γι’ αυτό και στο τέλος ο δυστυχής «Αγριος» αυτοκτονεί.
Ο σατιρικός και σκεπτικιστής Χάξλεϊ δεν μας λέει πουθενά αν και πώς μπορεί να γεφυρωθεί το χάσμα ανάμεσα στον κόσμο του «Αγρίου» και του παγκόσμιου κυβερνήτη Μουσταφά Μοντ. Το πρόβλημα παραμένει άλυτο και στη δική μας εποχή, επιβεβαιώνονας αυτόν τον προφητικό συγγραφέα που έγραψε πως «το μέλλον είναι προβολή του παρόντος».

Η σκιά του Δαρβίνου

«Ενας συγγραφέας σαν τον Χάξλεϊ δεν έχει το δικαίωμα να προδίδει το μέλλον, όπως έκανε σ’ αυτό το βιβλίο» έγραψε για τον Θαυμαστό καινούργιο κόσμο ο Χ. Γκ. Γουέλς, τα ουτοπικά βιβλία και η πίστη στην πρόοδο του οποίου δεν άρεσαν διόλου στον Χάξλεϊ. Οταν εκδόθηκε το δικό του δυστοπικό μυθιστόρημα, δεν ήταν λίγοι όσοι το αντιμετώπισαν αρνητικά, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ. Η μεγάλη αξία του θα αναγνωριζόταν αρκετά χρόνια αργότερα. Εκείνοι που θα το εκτιμούσαν από την αρχή ήταν οι φιλόσοφοι και οι βιολόγοι. Αυτονόητο, θα έλεγε κανείς, αφού ο Χάξλεϊ προερχόταν από οικογένεια βιολόγων, στους οποίους ανήκε ο παππούς του Τόμας Χένρι Χάξλεϊ, αποκαλούμενος και «μπουλντόγκ του Δαρβίνου», και ο αδελφός του Τζούλιαν. Ο ενημερωμένος αναγνώστης θα διαπιστώσει από τις πρώτες ακόμη σελίδες ότι η σκιά του Κάρολου Δαρβίνου πέφτει βαριά πάνω στον Θαυμαστό καινούργιο κόσμο.

Από τον κλωνισμό στις ψυχοτρόπες ουσίες

Ογδόντα έξι χρόνια μετά την πρώτη έκδοση του μυθιστορήματος εμείς θαυμάζουμε τα όσα με μεγάλη ακρίβεια προέβλεψε ο Χάξλεϊ: τον κλωνισμό, τα ταξίδια στο Διάστημα, τα ιδιωτικά ελικόπτερα, τις πολυεθνικές εταιρείες, τα ψυχοτρόπα φάρμακα και τα ναρκωτικά που αλλάζουν την αίσθηση του χώρου και του χρόνου.

Για τούτο το τελευταίο ο Χάξλεϊ πειραματίστηκε παίρνοντας LSD κι έγραψε ένα βιβλίο βασικό στην παγκόσμια βιβλιογραφία με τίτλο The Doors of Perception (Οι θύρες της ενόρασης). Από αυτό επηρεάστηκε ο Τζιμ Μόρισον και ονόμασε Doors το συγκρότημά του. Στον Χάξλεϊ και στο «σόμα» παραπέμπει το διάσημο τραγούδι Lucy in the Sky with Diamonds των Μπιτλς. Στο «σόμα» επίσης μπορεί κανείς να αναγνωρίσει ιδιότητες του βάλιουμ και – ιδίως – του ecstacy, ακόμη και του Viagra.

Ο καταναλωτισμός, ο οποίος τείνει να αντικαταστήσει τη θρησκεία -κατά συνέπεια κάθε «άχρηστο» υπαρξιακό ερώτημα και όλη τη μεταφυσική που προηγήθηκε – και υπάρχει κίνδυνος να αποκτήσει καθεστωτικό χαρακτήρα, προβλέφθηκε από τον ίδιο. Σε μια κοινωνία όπου έχουν οριστεί (και άρα απαντηθεί) τα πάντα, ερωτήματα δεν υπάρχουν.

Αν σκεφθεί κανείς την πολιτική τού ενός παιδιού στην Κίνα θα θυμηθεί τον Χάξλεϊ και τα όσα έχει γράψει για τον έλεγχο των γεννήσεων.

Ο κλωνισμός και η γενετική μηχανική που είναι καθημερινή πρακτική σε παγκόσμιο επίπεδο για πρώτη φορά εφαρμόζονται με τέτοια ανατριχιαστική αποτελεσματικότητα στον Θαυμαστό καινούργιο κόσμο. Το ότι σήμερα έχουμε πολλές φορές την αίσθηση ότι ζούμε χαρές αλλά δεν τις χαιρόμαστε θυμίζει τον Χάξλεϊ που πολύ πρώιμα μας ειδοποίησε πως τέτοιος θα είναι ο κόσμος του μέλλοντος.

Στο μυθιστόρημα έχουμε δύο παράλληλους κόσμους: του Μουσταφά Μοντ και του Αγριου. Σε ένα παρόμοιο σύμπαν ζούμε δυστυχώς και σήμερα.

Το ότι ο Θαυμαστός καινούργιος κόσμος εκδίδεται το 1932 έχει τη σημασία του, αφού τότε παρατηρείται η ραγδαία άνοδος του ναζισμού και του ολοκληρωτισμού που θα κυριαρχούσε και θα σάρωνε την Ευρώπη.

Ο Χάξλεϊ πέθανε στις 22 Νοεμβρίου 1963, την ημέρα που δολοφονήθηκε ο Τζον Κένεντι. Για πολλούς ιστορικούς η μέρα αυτή, όπου μέσω της τεχνολογίας η ανθρωπότητα ζούσε μέσω της τηλεόρασης ένα γεγονός τη στιγμή σχεδόν που συνέβη, σηματοδοτεί τη γέννηση του παγκόσμιου χωριού.

Στις 13 Φεβρουαρίου πέρυσι δημοσιεύτηκε στους New York Times ένα άρθρο του συγγραφέα Charles MacGraph, πρώην αρχισυντάκτη του Book Review της εφημερίδας, με τίτλο «Which Dystopian Novel Got it Right: Orwell’s 1984 or Haxley’s Brave New World?». Ο συγγραφέας του συμπεραίνει πως ο Χάξλεϊ έχει περισσότερο δίκιο από τον Οργουελ. Είναι ζήτημα άλλης τάξεως φυσικά. Και οι δύο γνώριζαν άριστα τα βιβλία των συγγραφέων της ουτοπίας που είχαν προηγηθεί. Και ήταν αμφότεροι βουτηγμένοι «ως τον λαιμό» στην εποχή τους. Για τον Οργουελ όμως και το 1984 την επόμενη Κυριακή.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ