Τα έντομα εμφανίζονται με δύο κατά κανόνα όψεις στη λογοτεχνία. Στη μία όψη υπάρχει κάτι σιχαμερό, απωθητικό και δυσοίωνο, όπως στη Μεταμόρφωση του Κάφκα ή στον Αρχοντα των μυγών του Ουίλιαμ Γκόλντινγκ. Η άλλη τους όψη είναι αντίθετα λουσμένη στο φως, εκπροσωπώντας το όνειρο και το θάμβος της ζωής, όπως γίνεται με τον Βλαντίμιρ Ναμπόκοφ στο Μίλησε, μνήμη. Το δίπολο της εικόνας διά μέσου της οποίας βλέπουμε τα έντομα ορίζει τον άξονα του καινούργιου βιβλίου της Δήμητρας Κολλιάκου, που χωρίς να είναι μυθιστόρημα (καν σπονδυλωτό) καταφέρνει να συνενώσει τις επιμέρους ιστορίες του σε έναν ενιαίο κορμό, όπου την πρώτη θέση διεκδικούν οι ακανθώδεις οικογενειακές σχέσεις. Χρειάζεται ενδεχομένως να υπενθυμίσω πως τα περισσότερα βιβλία της Κολλιάκου είναι στραμμένα στον πύρινο κύκλο της οικογένειας: γάμοι που φτάνουν στο χείλος του γκρεμού, κόρες που είναι αδύνατον να ισορροπήσουν με τις μανάδες τους ή νύφες τις οποίες υποβλέπουν συστηματικά οι πεθερές τους. Και πέρα όμως από την οικογένεια, εκείνο το οποίο δεσπόζει στην πεζογραφία της Κολλιάκου είναι η διάχυτη δυστοκία: ζευγάρια που δυσκολεύονται να συνεννοηθούν ακόμα και για το παραμικρό ή άνδρες και γυναίκες που δεν κατορθώνουν να αποσπαστούν από τον μονήρη πυρήνα τους και να απευθύνουν ένα έστω θολό βλέμμα δεξίωσης στον άλλον. Κι όλα αυτά μέσα σε ένα κλίμα από το οποίο απουσιάζει η οποιαδήποτε συναισθηματική έξαρση, χωρίς κάτι τέτοιο να σημαίνει πως οι άνθρωποι δεν καίγονται (ορισμένες φορές μέχρι τελικής πτώσεως) στο εσωτερικό τους.
Διαβάζοντας το Αλφαβητάρι Εντόμων μπορούμε να ανιχνεύσουμε και κάποια άλλα νήματα που έρχονται από το πεζογραφικό παρελθόν της Κολλιάκου αλλά τα οποία κρατούσαν μέχρι τώρα μια μάλλον ασθενική παρουσία στις σελίδες της. Μεταξύ αυτών ξεχωρίζω μοτίβα όπως η επιστροφή στην παιδική ηλικία και η ανακίνηση των πολλαπλών εμπειριών της, η έντονη αίσθηση της φθοράς (πράγματα που λιώνουν αργά, πλην χωρίς επιβράδυνση και αναστολή ή φρένο), η πίεση της ερωτικής επιθυμίας (ικανή να αποκτήσει τις πιο απρόσμενες εκφάνσεις), το αίνιγμα της μεταμόρφωσης (μεταλλαγές που θα πρέπει να αποδελτιωθούν συστηματικά και να εξηγηθούν ξανά και ξανά προκειμένου να οδηγήσουν σε ένα έστω και στοιχειώδες συμπέρασμα), η παρόρμηση της αυτοκτονίας ή το άγχος του θανάτου (που δεν έχει σχέση μόνο με το τρέξιμο του χρόνου και με την ηλικία).
Στο Αλφαβητάρι Εντόμων η συγγραφέας κάνει και κάτι άλλο: στρέφει τη θεματική της σε ένα πιο εξωστρεφές πεδίο, μιλώντας για την ιστορική (Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος και ναζισμός), την κοινωνική (μετανάστευση και ρατσισμός) ή την πολιτική (βία και τρομοκρατία) πορεία της Ευρώπης. Παράλληλα εντάσσει στο υλικό της και κάποια κεφάλαια για πρόσωπα της τέχνης και της επιστήμης (από τη λογοτεχνία Ναμπόκοφ και Ισαάκ Μπάμπελ, από τη μουσική Αλμαν Μπερκ, από την εντομολογία Τιτιάν Πιλ). Με ήρωες που ζουν σε διαφορετικές χώρες, ανήκουν σε διαφορετικά έθνη, υπάγονται σε διαφορετικές γενιές και μιλούν διαφορετικές γλώσσες, η Κολλιάκου δημιουργεί μια διεθνή ανθρώπων και εντόμων χωρίς παρ’ όλα αυτά να υποπίπτει στο σύνηθες αμάρτημα της εξωτερικότητας και του κοσμοπολιτισμού. Οι πρωταγωνιστές της δεν περιφέρονται ασκόπως από χώρα σε χώρα και από ήπειρο σε ήπειρο, προσφέροντας απλώς ένα πρόσχημα για εξωτική περιήγηση ή σχηματίζοντας ένα πλανητικό σκηνικό όπου ο βασικός σκοπός είναι το θέαμα της εναλλαγής που εμπεριέχει μια ακολουθία πολιτισμικών αντιθέσεων.
Οι πραγματικοί ήρωες στο βιβλίο της Κολλιάκου δεν είναι οι άνθρωποι και οι τόποι τους αλλά τα έντομα. Κάθε έντομο αντιστοιχεί σε ένα από τα 24 γράμματα του ελληνικού αλφαβήτου (η αλφαβητική σειρά διαγράφει τεθλασμένη διαδρομή) και συνδέεται πολλαπλώς με τα εξιστορούμενα για τους ανθρώπους: άλλοτε μέσω της σύγκρουσης ανάμεσα στο κάλλος και την τερατογονία για την οποία λέγαμε προεισαγωγικά και άλλοτε μέσω του δικτύου της αρμονίας που πλέκουν τα έντομα στη φύση (όπως την ξέρουμε από τον Τένισον και τον Γέιτς).
Βασισμένη σε μια αφήγηση που συνταιριάζει τον ρεαλισμό με την ποιητική υπέρβαση, τον μύθο, την παραβολή και τη γλώσσα των φυσικών και των κοινωνικών επιστημών (από κοντά και το ιδιόλεκτο επιστημών του λόγου όπως η γλωσσολογία και η φιλολογία), η Κολλιάκου δεν επιτρέπει ποτέ στην εντομολογία της να λειτουργήσει ως απλή αφορμή ή επικόλληση. Τα έντομα επικοινωνούν οργανικά με τα ανθρώπινα δράματα που ξεπηδούν από το βιβλίο της και μετατρέπονται σε αναπόσπαστο θεμέλιο των αφηγηματικών του καταστάσεων. Θα μπορούσαν τα συγκεκριμένα έντομα (ή κάποια άλλα στη θέση τους) να διεκδικήσουν τον ρόλο ενός παιγνιώδους διακόσμου ή (σε μια προχωρημένη και επεξεργασμένη μορφή) να αναλάβουν χρέη μεταφοράς και αλληγορίας. Η συγγραφέας όμως δεν θέλει να τα χρησιμοποιήσει ως επιβοηθητικά εργαλεία αλλά να τα εντάξει στον σκελετό της δράσης και να αντλήσει από την ποικιλία τους ένα σχήμα για την ποικιλότητα και την πολυμέρεια του ανθρώπινου βίου. Η ομορφιά και η απέχθεια, ο τρόμος της σκοτεινής στοάς και η ελευθερία του αναπεπταμένου πεδίου, η προσκόλληση στο έδαφος και η πτήση πέρα από τον οποιονδήποτε περιορισμό συνοψίζουν επιγραμματικά τα αισθήματα των ανθρώπων απέναντι στα έντομα –την ίδια ωστόσο στιγμή ανοίγουν την ανθρώπινη γκάμα στην κλίμακα των εντόμων, συλλαμβάνοντας κάτι από τον αδιάγνωστο κόσμο τους. Χωρίς να απομακρύνεται από τις καθιερωμένες γραμμές της πεζογραφίας της, η Κολλιάκου επιχειρεί (και πετυχαίνει) μια γενναία αναβάθμιση και ανανέωση. Και πρέπει να πω χωρίς περιστροφές πως αναπνέει με εξαιρετική άνεση στο νέο της κουκούλι.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ