Εχουν σκορπίσει, σε ολόκληρες τις ΗΠΑ. Περισσότερα από 2.000 παιδιά που χωρίστηκαν καταναγκαστικά, στα νότια σύνορα, από τους παράνομους μετανάστες γονείς τους, ζουν ακόμη κλεισμένα σε διάφορα «προσωρινά καταφύγια» (κανονικά κέντρα κράτησης σύμφωνα με αμερικανούς βουλευτές και δημοσιογράφους που έκαναν αυτοψία) και σε ανάδοχες οικογένειες, σε όλη τη χώρα. Αμερικανικό δικαστήριο διέταξε αυτή την εβδομάδα ότι τα παιδιά αυτά πρέπει να επανενωθούν με τους γονείς τους εντός 30 ημερών και, αν είναι κάτω των πέντε ετών, εντός 15 ημερών. Αλλά δεν είναι σαφές πώς θα γίνει αυτό αφού πολλά από τα παιδιά είναι τόσο μικρά που δεν γνωρίζουν ούτε το όνομά τους, ενώ οι γονείς είτε κρατούνται σε αμερικανικές φυλακές είτε έχουν ήδη απελαθεί.
Μετά την τεράστια κατακραυγή για την απάνθρωπη «πολιτική μηδενικής ανοχής», ο Τραμπ έκανε πίσω, και προς το παρόν έχουν τερματιστεί οι συλλήψεις οικογενειών παράνομων μεταναστών στα σύνορα.
Το δικό τους δράμα ζουν οι κρατούμενοι γονείς –πολλοί εκ των οποίων δεν γνωρίζουν πού είναι τα παιδιά τους και αν οι ίδιοι θα απελαθούν χωρίς να τα ξαναδούν.
Αλλά τα παιδιά είναι εκείνα που υποφέρουν περισσότερο. «Οι μαμάδες τους λείπουν, οι μπαμπάδες τους είναι μακριά. Τους δίνουν να φάνε πίτσα, αλλά είναι εξαντλημένα, τρομαγμένα, μόνα και δεν μπορούν να κοιμηθούν. Υπάρχουν άλλα παιδιά γύρω τους, αλλά δεν τα έχουν ξαναδεί, και αυτά κλαίνε ή φωνάζουν εξαπλώνοντας την αίσθηση ότι τίποτα δεν είναι εντάξει» γράφει η «Washington Post».
Βρέφη, νήπια, παιδιά και έφηβοι που χωρίστηκαν βίαια από τους γονείς τους στα σύνορα από την κυβέρνηση των ΗΠΑ είναι σήμερα σκορπισμένα σε ολόκληρη τη χώρα, στο Μίσιγκαν και στο Μέριλαντ, σε νοσοκομεία στην Καλιφόρνια και σε καταφύγια στη Βιρτζίνια, σε ψυχρά, ιδρυματικά περιβάλλοντα με ενηλίκους που δεν επιτρέπεται να τα αγγίξουν ή με ανάδοχους γονείς που δεν μιλάνε ισπανικά, αλλά που τα αγκαλιάζουν όταν κλαίνε, γράφει η «Post».


Πέρασαν από την Κόλαση

Τα παιδιά πέρασαν από την Kόλαση για να φτάσουν στις ΗΠΑ. Mωρά διέσχισαν φουσκωμένα ποτάμια, νήπια ταξίδευαν για ώρες με φορτηγά και λεωφορεία, και μεγαλύτερα παιδιά περπατούσαν μερόνυχτα σφίγγοντας τα δόντια, γιατί τους είχαν πει ότι τα περιμένει ένα καλύτερο μέρος ακριβώς πέρα από τον ορίζοντα.
Και τώρα ζουν και περιμένουν σε άγνωστα μέρη: σε μεγάλα αμερικανικά σπίτια ανάδοχων γονέων σε προάστια, όπου κανείς δεν μιλάει τη γλώσσα τους. Η ακόμη χειρότερα: σε κλειστά «καταφύγια» (στην ουσία κέντρα κράτησης όπου ζουν σε μεγάλα κλουβιά πίσω από σύρματα και λουκέτα) ή σε μια τεράστια αποθήκη του σουπερμάρκετ Walmart, όπου κάθε πρωί είναι υποχρεωμένα να σταθούν προσοχή και να απαγγείλουν, στα αγγλικά, τον Ορκο Πίστης στη σημαία των ΗΠΑ, της χώρας που τα έχει χωρίσει από τους γονείς τους.
Γιατί πρέπει να λένε αυτά τα λόγια, ρώτησαν κάποια παιδιά στο καταφύγιο στο Μπράουνσβιλ, στα σύνορα Τέξας – Μεξικού; Εμείς τους λέμε «από σεβασμό», δήλωσε ένας υπάλληλος της εγκατάστασης, γνωστής ως Casa Padre, ο οποίος μίλησε ανωνύμως στην «Post» από τον φόβο μη χάσει τη δουλειά του.
Σε άλλη εγκατάσταση, στο Κρόφτον του Μέριλαντ, η οποία διευθύνεται από τη χριστιανική οργάνωση Bethany Christian Services, έφτασαν 10 παιδιά που χωρίστηκαν από τους γονείς τους. Τα μισά ήταν μικρότερα από πέντε ετών, σύμφωνα με την Τόνια Μπράουν, περιφερειακή διευθύντρια της οργάνωσης. Τα περισσότερα φαίνονταν να προέρχονται από φτωχές χώρες της Κεντρικής Αμερικής, που μαστίζονται από εγκληματικότητα και βία (Νικαράγουα, Ελ Σαλβαδόρ, Γουατεμάλα και Ονδούρα).
Κάθε παιδί πήρε μια «τσάντα άφιξης» με μια αλλαξιά ρούχα και κάποια είδη πρώτης ανάγκης. Τα μικρά πήραν και από ένα αρκουδάκι. «Αυτά έφυγαν από το καταφύγιο γρήγορα. Πήγαν σε ένα νέο σπίτι με ανάδοχους γονείς που μιλάνε στα παιδιά με τη γλώσσα της αγάπης» είπε η Μπράουν στην «Washington Post».


«Δεν κλαίω πια»

Δικηγόροι και εθελοντές εργάζονται για τα παιδιά περνώντας ώρες στο τηλέφωνο, αναζητώντας γονείς και άλλους συγγενείς. Στην αρχή τα παιδιά πίστευαν ότι πολύ σύντομα θα ενωθούν πάλι με τις οικογένειές τους.
Ενα είπε «δεν κλαίω πια, αύριο θα είμαι με τον μπαμπά μου», θυμάται ένας υπάλληλος στο καταφύγιο του Μπράουνσβιλ. Αλλά καθώς περνούσαν οι μέρες και γινόταν φανερό ότι δεν επρόκειτο να απελευθερωθούν σύντομα, τα παιδιά συνέχισαν τη ρουτίνα τους –καραόκε τη Δευτέρα, τούρτα για όσα γιόρταζαν γενέθλια, περιστασιακές συζητήσεις μεταξύ τους για το μέλλον, γράφει η «Post».
«Ανήλικοι που πέρασαν ασυνόδευτοι τα σύνορα, κυρίως έφηβοι, ήξεραν ότι θα ήταν μόνοι τους, και ήταν κάπως προετοιμασμένοι. Κάποιοι είχαν χαρτιά με πληροφορίες καρφιτσωμένα στα ρούχα τους ή στις τσέπες τους ή σε σακίδια –πιστοποιητικά γέννησης, ονόματα και αριθμούς τηλεφώνου συγγενών στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αλλά τα παιδιά που χωρίστηκαν καταναγκαστικά από τους γονείς τους έφτασαν στις ΗΠΑ χωρίς τίποτα, και τα πιο μικρά σε ηλικία συχνά δεν ξέρουν τίποτα» προσθέτει το ρεπορτάζ της αμερικανικής εφημερίδας.
Στους σταθμούς Τελωνείων και Προστασίας Συνόρων των ΗΠΑ, όπως και στην τεράστια εγκατάσταση στη λεωφόρο Ούρσουλα στο Μακ Αλεν του Τέξας, ορισμένες οικογένειες χωρίστηκαν αμέσως, ειδικά οι πατέρες και οι κόρες, επειδή τα κορίτσια δεν μπορούν να κρατηθούν μαζί με τους άνδρες. Τα παιδιά συχνά ταξινομούνταν ανάλογα με τη χώρα καταγωγής, το φύλο και την ηλικία τους, ώστε να χωριστούν τα μεγαλύτερα από τα μικρότερα που στέλνονται στα λεγόμενα «καταφύγια τρυφερής ηλικίας» (για παιδιά κάτω των 5 ετών!).
Κάποιοι γονείς που γνώριζαν για τον καταναγκαστικό χωρισμό είχαν σκεφτεί κάτι να πουν, για να καθησυχάσουν τα παιδιά τους. Ενας πατέρας από το Ελ Σαλβαδόρ αποχαιρέτισε την κόρη του, λίγο προτού τη μεταφέρουν σε καταφύγιο, λέγοντάς της ότι θα πάει σε μια κατασκήνωση…

HeliosPlus