«Εδώ είναι ναός της γνώσης και εγώ ο αρχιερέας του. Με τα λόγια σας προσβάλλετε την ιερότητα αυτού του χώρου. Θα νικήσετε επειδή διαθέτετε την ισχύ της βίας, αλλά δεν θα πείσετε. Για να πείσετε, πρέπει να είστε πειστικοί και χρειάζεστε επίσης κάτι το οποίο σας λείπει: λογική και το δίκιο με το μέρος σας. Μου φαίνεται μάταιο να σας ζητήσω να σκεφτείτε την Ισπανία». Τα πύρινα λόγια που εκτόξευσε ο Μιγέλ ντε Ουναμούνο από το βήμα του Πανεπιστημίου της Σαλαμάνκα προς τον συνεργάτη τού δικτάτορα Φράνκο, τον στρατηγό Χοσέ Μιγιάν Αστράι, μοιάζουν ιδανικός πρόλογος σε ένα κομμάτι αφιερωμένο στην υπερήφανη πόλη όπου ακούστηκαν. Και παρότι ο ισπανός ιστορικός Σεβεριάνο Ντελγκάντο βγήκε πρόσφατα για να ισχυριστεί πως η ομιλία του Ουναμούνο δεν αποδόθηκε verbatim αλλά αποτέλεσε ελεύθερη αναπαραγωγή-ανακατασκευή μιας διάλεξής του από έναν μαθητή του την εποχή εκείνη, δεν αμφισβητεί ωστόσο πως η λεκτική αντιπαράθεση των δύο ανδρών στη Σαλαμάνκα υπήρξε. Και ότι ήταν σφοδρή.
Περπατώντας έξω από το Πανεπιστήμιο του οποίου ο Ουναμούνο υπήρξε καθηγητής ελληνικών και πρύτανης, σκεφτόμουν πως από αυτόν τον (αναλλοίωτο εδώ και αιώνες) δρόμο θα πρέπει να πέρασε και ο Νίκος Καζαντζάκης όταν ήρθε στη Σαλαμάνκα για να συναντήσει τον κορυφαίο στοχαστή. Οι δύο άνδρες μίλησαν για την ελευθερία, για την αλήθεια, για την τραγικότητα της ζωής. Εκαναν δηλαδή κουβέντες σαν αυτές που γίνονται εδώ και αιώνες, από καθηγητές και μαθητές, σε ένα από τα αρχαιότερα εκπαιδευτικά ιδρύματα της Ευρώπης. Γιατί το Πανεπιστήμιο της Σαλαμάνκα πρωτολειτούργησε το 1134! Και συνεχίζει μέχρι σήμερα, προσδίδοντας αίγλη και μεγαλείο σε μια ούτως ή άλλως μεγαλειώδη πόλη. Μια «χρυσή πόλη», για να χρησιμοποιήσουμε την προσωνυμία που οφείλεται στο χαρακτηριστικό πορτοκαλοκίτρινο χρώμα των κτισμάτων της, αποτέλεσμα των οξειδώσεων που έχει υποστεί η (με υψηλή περιεκτικότητα σιδήρου) πέτρα που έχει χρησιμοποιηθεί για το χτίσιμό τους.
Μια ισπανίδα αρχόντισσα, η ομορφιά και η χάρη της οποίας παραμένουν διαχρονικές. Και που σήμερα, ως τουριστικός προορισμός που προσελκύει όλο και περισσότερους επισκέπτες, καταφέρνει να μην ξεπουλάει την ακριβή εικόνα της (όπως κατά τη γνώμη μου συμβαίνει με το υπερτουριστικό Τολέδο που με απογοήτευσε), να μη γίνεται φθηνή. Η Σαλαμάνκα σε υποδέχεται σαν εκκλησία μέσα στην οποία δεν μπορεί παρά να νιώσεις κατάνυξη και γαλήνη. Αυτό είναι: μια καλομεγαλωμένη και καλοσυντηρημένη δέσποινα που την ίδια στιγμή που σε γοητεύει σού επιβάλλει σεβασμό.
Κάποιοι, βεβαίως, έχουν φροντίσει και εξακολουθούν να φροντίζουν για αυτό. Το εκτενές ιστορικό κέντρο
της πόλης μοιάζει ανέγγιχτο από τον χρόνο, δεν είναι τυχαίο ότι έχει ανακηρυχθεί από την UNESCO προστατευόμενο Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς. Ανεβαίνω στον παλαιό (ρωμανικού ρυθμού) καθεδρικό ναό για να το παρατηρήσω από ψηλά. Εκατοντάδες στέγες με κεραμίδια, καμπαναριά, μικρές πλατείες και ένας λαβύρινθος από στενά δρομάκια συνθέτουν ένα μουσείο αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής. Ακριβώς δίπλα στον παλαιό, ο νέος (γοτθικής αρχιτεκτονικής) καθεδρικός ναός δεν υστερεί σε μεγαλείο, το ίδιο και η μονή του Αγίου Στεφάνου. Το Σπίτι με τα κοχύλια (La Casa de las Conchas) που σήμερα στεγάζει τη δημόσια βιβλιοθήκη «ποζάρει» στους τουρίστες που το απαθανατίζουν και φωτογραφίζονται μπροστά του: Χτισμένο στα τέλη του 15ου αιώνα, είναι διακοσμημένο με περισσότερα από 300 πέτρινα κοχύλια (το κοχύλι ήταν έμβλημα του Τάγματος του Σαντιάγκο όπου υπηρετούσε ο ιδιοκτήτης του).
Η κεντρική πλατεία (Plaza Mayor) είναι ένα μεγαλειώδες δείγμα της μπαρόκ αρχιτεκτονικής. Παλαιότερα χρησιμοποιούνταν και ως αρένα για ταυρομαχίες. Οι περίτεχνες διακοσμήσεις στις προσόψεις των κτιρίων προσδίδουν σε καθένα από αυτά ξεχωριστή προσωπικότητα και κάθε τοίχος διηγείται δεκάδες διαφορετικές ιστορίες με πρωταγωνιστές ανθρώπους και περίεργα ζώα, βασιλείς, ιππότες, αγίους, αγγέλους, διαβόλους… Στην πρόσοψη του Πανεπιστημίου, γύρω από τη γλυπτή απεικόνιση των βασιλέων Φερδινάνδου και Ισαβέλλας, διαβάζουμε «Οι βασιλείς τη εγκυκλοπαιδεία· αυτή τοις βασιλεύσι» (Οι βασιλείς προς το Πανεπιστήμιο και το Πανεπιστήμιο προς τους βασιλείς). Πιο ψηλά (και πιο αριστερά), πάντα πάνω σε αυτό το γλυπτό-ταπισερί, βρίσκεται και ένας βάτραχος (δεν είναι εύκολο να τον διακρίνεις) καθισμένος πάνω σε μια νεκροκεφαλή, ο οποίος σύμφωνα με τις τοπικές παραδόσεις φέρνει τύχη.
Η Cleceria (το κολέγιο των Ιησουιτών), το δομηνικανό μοναστήρι de las Dueñas του 15ου αιώνα, το Escuelas Memores (του Πανεπιστημίου) όπου και ο περίφημος «Ουρανός της Σαλαμάνκα», δηλαδή ο ζωδιακός κύκλος ζωγραφισμένος από τον Φερνάντο Γκαλιέγο (1440-1507), το Σπίτι των θανάτων (La Casa de las Muertes) με τα κρανία στην πρόσοψή του, ο πύργος του Κλαβέρο, η στρογγυλή εκκλησία του Αγίου Μάρκου, το Palazzo Monterrey είναι μερικά μόνο από τα δεκάδες αρχιτεκτονήματα που στολίζουν την πόλη. Ο μικρός κήπος του Καλίστο και της Μελιμπέα από τη θεατρική «Σελεστίνα» (ισπανική εκδοχή του «Ρωμαίος και Ιουλιέττα») του Φερνάντο ντε Ρόχας θα μιλήσει, πιθανώς, στην ψυχή όσων γνωρίζουν το έργο. Ενδιαφέρον και το Μουσείο Αρτ Νουβό και Αρτ Ντεκό με τις, μεταξύ άλλων, σπάνιες πορσελάνες του. Περπατώντας στη ρωμαϊκή γέφυρα πάνω από τον ποταμό Τόρμες θα δείτε παντού γύρω σας ομορφιά, με την παλιά πόλη να παίρνει όλες τις αποχρώσεις του πορτοκαλί, από την ανατολή έως τη δύση του ήλιου, αλλά και να λάμπει ολόχρυση το βράδυ.
Γιατί είναι πανέμορφη και το βράδυ η Σαλαμάνκα, έτσι όπως φωταγωγημένη υποδέχεται τον κόσμο, τους τουρίστες αλλά και τους ντόπιους, στις πλατείες (ξεχωρίζει πάντα η κατάφωτη Πλάθα Μαγιόρ) και στα δεκάδες εστιατόρια και μπαρ της. Από πάνω, ο έναστρος ουρανός τη στεφανώνει βασίλισσα της Καστίλλης και Λεόν (της ισπανικής αυτόνομης περιφέρειας όπου περιλαμβάνεται η Επαρχία της Σαλαμάνκα). Και το λαμπρό παραμύθι της συνεχίζεται. Χωρίς ιππότες πια, αλλά με τις δόξες και τα ιδεώδη της ιπποσύνης «αποτυπωμένα» σε κάθε ψηφίδα του πλακόστρωτου, σε κάθε ανάγλυφο των τοίχων, σε κάθε εικόνα γύρω σου. Υψηλής ποιότητας προορισμός αυτή η πόλη. Χαρά και τιμή η γνωριμία μαζί της.

Ενας αστροναύτης στον Καθεδρικό

Βρίσκονται στην πρόσοψη του νέου καθεδρικού ναού της Σαλαµάνκα, κάπου ανάµεσα σε εκατοντάδες στολίδια και στολιδάκια: Ενας σκαλιστός δράκος που τρώει παγωτό! Και ένας επίσης σκαλιστός… αστροναύτης, ο οποίος φοράει το σκάφανδρό του και «πετάει», νοµίζεις, στο απέραντο άγνωστο. Οι τουρίστες προσπαθούν να τους εντοπίσουν για να τους φωτογραφίσουν µε τους τηλεφακούς τους. Οσο για το µυστήριο που τους περιβάλλει και που εντέχνως καλλιεργείται από τους ξεναγούς ώσπου να αποκαλύψουν την αλήθεια… Εννοείται ότι δεν φιλοτεχνήθηκαν την εποχή που ολοκληρωνόταν ο ναός, τον 18ο αιώνα. Είναι προσθήκες που έκαναν οι τεχνίτες οι οποίοι ανέλαβαν τη συντήρησή του το 1992, για να αφήσουν και τη δική τους υπογραφή. Και κάπως έτσι η πόλη απέκτησε άλλα δύο αξιοθέατα!
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 20 Μαϊου 2018.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ