Τι ήταν τελικά ο περίφημος Μάης του ’68, τα πενήντα χρόνια του οποίου συμπληρώθηκαν εφέτος; Μια φοιτητική εξέγερση σ’ ένα κλίμα ουτοπίας και ελπίδας για ένα καλύτερο αύριο που εξελίχθηκε βίαια; Η ανάγκη για μια ελεύθερη έκφραση χωρίς όρια μέσα σ’ ένα καθεστώς που είχε οδηγηθεί σε πλήρη ακινησία ύστερα από δέκα χρόνια απόλυτης σχεδόν εξουσίας από τον στρατηγό Ντε Γκωλ; Μια επανάσταση, που όμως δεν ήθελε να καταλάβει την εξουσία; Οι διεκδικήσεις των εργαζομένων για μισθολογικές αυξήσεις ταυτόχρονα με τη διαμαρτυρία για την αυταρχική αντιμετώπισή τους από την εξουσία; Ενα γενικότερο αίτημα για δημοκρατικοποίηση;
Ηταν ασφαλώς όλα αυτά, σε μια περίοδο που ολόκληρος ο κόσμος έβραζε. Από το Βιετνάμ έως τον Ρούντι Ντούτσκε και τη βίαιη εξέγερση στα γερμανικά πανεπιστήμια, που ακολούθησαν και τα ιταλικά πανεπιστήμια. Από τη δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ τον Απρίλιο έως τη δολοφονία του Ρόμπερτ Κένεντι τον Ιούνιο. Από τη εξέγερση στην Τσεχοσλοβακία έως την εισβολή των δυνάμεων του Συμφώνου της Βαρσοβίας στην Πράγα για την καταστολή της τον Αύγουστο. Από τις φοιτητικές εξεγέρσεις τον Ιούνιο στην Ιαπωνία έως την υψωμένη γροθιά διαμαρτυρίας δύο μαύρων αμερικανών αθλητών στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μεξικού τον Οκτώβριο. Ναι, όλα αυτά συνέβησαν μέσα σε μία μόνο χρονιά και αυτή ήταν το 1968!
Και όμως, στις αρχές της χρονιάς αυτής στη Γαλλία επικρατούσε ένα κλίμα που κάθε άλλο προμήνυε ό,τι ακολούθησε. «Η Γαλλία βαριέται» ήταν ο τίτλος της «Μοντ», της εγκυρότερης γαλλικής εφημερίδας, λίγες εβδομάδες πριν μπει ο Μάης. Αναφερόταν στα δέκα χρόνια που είχε συμπληρώσει στην εξουσία ο στρατηγός Ντε Γκωλ και στη γενικότερη κόπωση που είχε επιφέρει το καθεστώς της 5ης Δημοκρατίας. Και ήταν ακριβώς η κόπωση αυτή που θα οδηγούσε τη γαλλική κοινωνία, με επικεφαλής την πανεπιστημιακή νεολαία, στην εξέγερση. Ηταν η εξέγερση της γενιάς των «μπέιμπι μπούμερς», δηλαδή όσων είχαν γεννηθεί αμέσως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι οποίοι είχαν κατακλύσει τα πανεπιστήμια και ήθελαν να σπάσουν τα δεσμά μιας μεταπολεμικής κοινωνίας που είχε οδηγηθεί σε τέλμα. Ηθελαν την αλλαγή, χωρίς όμως να προσδιορίζουν και ποιο θα ήταν το περιεχόμενο της αλλαγής αυτής.
Αυτός είναι και ο λόγος που τα συνθήματα που κυριαρχούσαν ήταν κυρίως «η φαντασία στην εξουσία» ή το «απαγορεύεται το απαγορεύειν». Συνθήματα χωρίς συγκεκριμένο περιεχόμενο, που απέπνεαν έναν αφελή ρομαντισμό. Γι’ αυτό άλλωστε το ισχυρό Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα και οι εργατικές ενώσεις τις οποίες ήλεγχε, σε μια πρώτη φάση, κρατήθηκαν σε απόσταση και μόνο όταν η εξέγερση απέκτησε βίαιο χαρακτήρα ενώθηκαν με τους φοιτητές, με αποτέλεσμα να παραλύσει ολόκληρη η Γαλλία για πολλές εβδομάδες. Τα έζησα όλα αυτά από κοντά.

Βρισκόμουν στο τελευταίο έτος των σπουδών μου για να λάβω το πτυχίο των Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Γκρενόμπλ και ακόμη και σήμερα δεν μπορώ να ξεχάσω την απίστευτη αυτή εμπειρία, καθώς για μας τους έλληνες φοιτητές, που ζούσαμε τότε τα πιο μαύρα χρόνια της επτάχρονης δικτατορίας, η εξέγερση αυτή ήταν ένας άνεμος ελευθερίας που δεν μπορούσε ακόμη να πνεύσει στην πατρίδα μας. Ο Μάης είχε για μας μια πρόσθετη σημασία και γι’ αυτό συμμετείχαμε ενεργά στις περισσότερες κινητοποιήσεις. Δεν μπορώ να ξεχάσω τις ατελείωτες συζητήσεις στα αμφιθέατρα, τις καθιστικές διαμαρτυρίες και τις συνεχείς πορείες με τα ρυθμικά συνθήματα.

Αυτά πενήντα χρόνια πριν και διερωτώμαι σήμερα αν οι νέες εξεγέρσεις των τελευταίων ημερών στη Γαλλία θα έχουν τα ίδια αποτελέσματα, καθώς όλα έχουν αλλάξει όχι μόνο στη Γαλλία αλλά και διεθνώς. Οι εξεγέρσεις του ’68 ήταν απέναντι σε ένα αυταρχικό καθεστώς που έπνεε τα λοίσθια έπειτα από δέκα χρόνια, ενώ οι τωρινές εκφράζουν την αντίθεση σε μια κυβέρνηση που επιδιώκει τον εκσυγχρονισμό της γαλλικής κοινωνίας. Ενας εκσυγχρονισμός που είναι φυσικό να προκαλεί αντιδράσεις, είτε στους φοιτητές είτε στους εργαζομένους, καθώς έχει ως στόχο, ανατρέποντας κατεστημένες πρακτικές του παρελθόντος, να οδηγήσει τη Γαλλία, μέσα από την Ευρώπη του σήμερα, στις αναγκαίες αλλά συχνά επώδυνες μεταρρυθμίσεις, ώστε να μπορέσει να ανταγωνιστεί αποτελεσματικά τις άλλες χώρες και κυρίως τη Γερμανία. Αυτό το έχει άλλωστε αντιληφθεί και ο ίδιος ο Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ, ο εμβληματικός ηγέτης του Μάη του ’68, που στηρίζει τώρα τις θέσεις του Εμανουέλ Μακρόν, με τον οποίο συναντάται πολύ συχνά. Είναι ο ηγέτης που δεν θέλησε ποτέ να μιλήσει για την εποχή εκείνη, θεωρώντας ότι ήταν μια εποχή που έκλεισε οριστικά, καθώς τα σημερινά προβλήματα δεν έχουν απολύτως καμία σχέση με τα προβλήματα της γαλλικής κοινωνίας του 1968.
Ο Κον-Μπεντίτ αγωνίστηκε όλα αυτά τα χρόνια στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την αποτελεσματική ενίσχυση της Ενωμένης Ευρώπης ως τη μόνη λύση απέναντι στην αυξανόμενη απειλή του αυταρχικού λαϊκισμού και των εθνικισμών. Θέσεις που απηχούν και τις απόψεις του Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος κατάφερε ένα χρόνο πριν να ανατρέψει το παλαιό κομματικό κατεστημένο δημιουργώντας από το μηδέν μια νέα πολιτική κίνηση. Το ανανεωτικό αυτό εγχείρημα είναι που τώρα βρίσκεται στο στόχαστρο των διαμαρτυρομένων του νέου γαλλικού Μάη. Είναι όμως αμφίβολο αν οι συνταγές του παρελθόντος μπορούν να οδηγήσουν σε λύση τα προβλήματα του παρόντος. Η Γαλλία του 2018 δεν είναι η Γαλλία του 1968, όπως και ο κόσμος του 2018 δεν είναι ο κόσμος του 1968.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ