Οταν είχαν ξεκινήσει τη λειτουργία τους οι εταιρείες πάρκινγκ στα πέριξ του αεροδρομίου, με είχε εντυπωσιάσει η συμπεριφορά του προσωπικού: χαμογελαστοί και ευγενικοί, με το «σεις» και με το «σας», σχεδόν δεν σε άφηναν να πατήσεις στο χώμα, σε πήγαιναν και σε έφερναν στα χέρια. Και οι τιμές εξαιρετικές, καμία σχέση με τις φουσκωμένες τιμές τού «Ελευθέριος Βενιζέλος». Παραμένουν εξαιρετικές. Οι συμπεριφορές έχουν, νομίζω, αλλάξει αρκετά. Τις τελευταίες φορές που χρησιμοποίησα τέτοια πάρκινγκ, η θετική διάθεση είχε πετάξει μαζί με τα αεροπλάνα που περνούσαν πάνω από το κεφάλι μας. Bαριεστημένοι και αμίλητοι, οι υπάλληλοι έμοιαζαν να διεκπεραιώνουν άκεφα (ορισμένοι με τρόπο σχεδόν αγενή) τη δουλειά τους. Μπορεί να αμείβονται ελάχιστα. Kαι να εργάζονται για ατελείωτες ώρες. Πού να βρουν τότε την όρεξη! Ομως, ακόμη κι αν υπάρχουν δικαιολογίες (πάντα βρίσκεις βάζοντας τον εαυτό σου στη θέση των άλλων), οδηγούμαστε (για άλλη μια φορά) στο γνωστό συμπέρασμα: στην Ελλάδα με το που αρχίζει μια δουλειά να αποδίδει, ρίχνουμε την ποιότητά της.
Το να παρκάρεις αυτοκίνητα και να πηγαινοφέρνεις αγνώστους στο αεροδρόμιο δεν μπορεί να είναι το επάγγελμα των ονείρων σου. Δουλειά ανάγκης είναι, πείτε την και αγγαρεία, για τους περισσότερους από εκείνους που την κάνουν. Ομως τι φταίει ο άλλος για να τον αντιμετωπίζουν σαν φόρτωμα που ήρθε να τους ξεβολέψει και όχι σαν έναν πελάτη που θα πληρώσει για τις υπηρεσίες που του παρέχονται; Οι επιλογές πλέον είναι πολλές, αν δεν του αρέσει η συμπεριφορά στο ένα πάρκινγκ, θα πάει στο άλλο.
Κάπως έτσι θα αλλάξει εστιατόριο όταν θα διαπιστώσει ότι η ποιότητα του φαγητού δεν είναι πια αυτή που ήταν. Ή θα καταφύγει σε άλλον υδραυλικό, ηλεκτρολόγο, ασπριτζή, αν όχι την πρώτη ή τη δεύτερη, σίγουρα την τρίτη φορά που θα τον στήσουν. Ή θα γυρίσει την πλάτη στα ντελίβερι που ενώ θα του έφερναν το φαγητό σε μισή ώρα, το φέρνουν σε μιάμιση, παγωμένο, με τα λάδια της σαλάτας να έχουν χυθεί και να έχουν ποτίσει όλη τη σακούλα.
Τις προάλλες μου έλεγε μια συνάδελφος ότι έχει αρχίσει εν ψυχρώ και βγαίνει από τα ταξί που μυρίζουν τσιγαρίλα: «Αποφάσισα ότι από τη στιγμή που δεν αντέχω τον καπνό, δεν θα ξανακάνω την ευγενική». Πότε οι έλληνες ταξιτζήδες θα καταλάβουν πως και μέσα στα ταξί τους, ακόμη κι αν είναι δικά τους, απαγορεύεται το κάπνισμα; Οπως ακριβώς απαγορεύεται το κάπνισμα την ώρα της δουλειάς και σε όλους εμάς που εργαζόμαστε σε γραφείο. Απλώς, το δικό τους γραφείο κινείται πάνω σε τέσσερις ρόδες.
Είναι ξεκάθαρα θέμα επαγγελματισμού. Πώς θα σου συμπεριφερθεί ο παρκαδόρος, πώς θα σε αντιμετωπίσει ο μάστορας, πώς θα σε σεβαστεί και δεν θα σε φλομώσει ο ταξιτζής. Πώς θα εξυπηρετήσουμε και θα εξυπηρετηθούμε. Και αυτός ο επαγγελματισμός που τόσο… δεν τον έχουμε στην Ελλάδα, και που τον θεωρούμε εφεύρεση για να βασανίζει ο πελάτης τον εργαζόμενο, είναι το όχημα που θα φέρει ακόμη περισσότερους πελάτες. Με σέβεσαι και σε προτιμώ, τόσο απλά.
Βεβαίως, τα απλά γίνονται σύνθετα και δυσάρεστα όταν ο επαγγελματίας κακοπληρώνεται, όταν αισθάνεται ότι τον υποτιμούν και τον κακομεταχειρίζονται, όπως γίνεται συχνά, ειδικά τώρα που η κρίση χρησιμοποιείται ως αφορμή για χαμηλότερους μισθούς και χειρότερες συνθήκες εργασίας. Μπορούμε, είπαμε, να βρούμε πολλές δικαιολογίες. Ομως, ας μη γελιόμαστε, η έλλειψη επαγγελματισμού δεν είναι φαινόμενο που το δημιούργησε η κρίση.
Πολύ προτού αρχίσουμε να μετράμε τις πενταροδεκάρες στην τσέπη μας, υπήρχαν εστιατόρια που άρχιζαν ξαφνικά να σερβίρουν κακοψημένες σόλες αντί της καταπληκτικής μπριζόλας για την οποία πηγαίναμε, επιμένοντας πως επρόκειτο για το ίδιο κρέας, μάστορες που μόλις τους εξοφλούσες εξαφανίζονταν για να μη σου φέρουν ποτέ αυτή τη βίδα που «θα σ’ τη βάλω τσάκα-τσάκα και δεν θα έχεις κανένα πρόβλημα από εδώ και πέρα», ταξιτζήδες που σε φλόμωναν στον καπνό τους και αν τολμούσες να διαμαρτυρηθείς σε πετούσαν στον δρόμο και παρκαδόροι που σου έγδερναν το αυτοκίνητο γιατί… δεν ήταν το δικό τους. Ισως αντί να σκαλώνουμε στις δικαιολογίες, θα ήταν καλύτερα να προσπαθήσουμε να βελτιώσουμε τις, αν όχι κακές, έστω αδύναμες πλευρές του επαγγελματία εαυτού μας. Είναι και θέμα αξιοπρέπειας.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 29 Απριλίου 2018.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ