Μια γυναίκα παλεύει με τον εαυτό της, με τα φαντάσματά της –στη κυριολεξία δε, αφού έχει χάσει το παιδί της. Το όνομά της είναι Ντιάν και το έχει σκάσει από ψυχιατρική κλινική. Αναζητεί εκδίκηση για την τεράστια απώλεια της ζωής της. Η Ντιάν, που υποδύεται η έξοχη γαλλίδα ηθοποιός Εμανουέλ Ντεβός, είναι η κεντρική ηρωίδα της ταινίας «Η γυναίκα με τη Μερσεντές» που προβάλλεται από την περασμένη Πέμπτη στις αίθουσες.
Βασισμένο στο μυθιστόρημα «Μoka» της Τατιάνα Nτε Ρονέ, το σενάριο της «Γυναίκας με τη Μερσεντές» γράφτηκε από τον Ελβετό Φρεντερίκ Μαρμούντ (Σιόν, 1969), ο οποίος θα σκηνοθετούσε επίσης την ταινία, τη δεύτερη μεγάλου μήκους του. Μια ταινία που τελικά δύσκολα κατατάσσεται σε κάποιο συγκεκριμένο είδος –κάτι που ενδεχομένως να είναι και ένα από τα γοητευτικά της στοιχεία. Δεν είναι ακριβώς θρίλερ, δεν είναι ψυχολογικό δράμα με την κλασική έννοια του όρου και ενώ το στοιχείο της εκδίκησης υπάρχει, δεν θα την καταχώριζες ούτε ως ταινία εκδίκησης.
«Εχετε απόλυτο δίκιο στην επισήμανσή σας και αυτό ισχύει και για την προηγούμενη ταινία μου, τους «Συνενόχους»» μας είπε ο σεναριογράφος και σκηνοθέτης της στο Παρίσι, όταν τον συναντήσαμε στο πλαίσιο του εφετινού φεστιβάλ της Unifrance. «Με ενδιαφέρουν οι ταινίες που βρίσκονται διαρκώς στα όρια… σαν σε μια κοιλάδα ανάμεσα σε δύο ποτάμια, έναν υδροκρίτη. Λίγο από εδώ, λίγο από εκεί. Μου αρέσει να υπάρχει μια μικρή ανισορροπία».
Αν και ο ίδιος θα χαρακτήριζε τη «Γυναίκα με τη Μερσεντές» ως «άμεσο θρίλερ», εκείνο που όπως είπε είχε διαρκώς στο μυαλό του ήταν «να κινηματογραφήσω μια ηθοποιό. Μια γυναίκα με ενέργεια. Ισως αυτό να δυσκολεύει κάπως την κατάταξη της ταινίας σε ένα είδος, όμως νομίζω ότι η ηρωίδα της ταινίας είναι που διαμορφώνει την πλοκή της ταινίας».
Και πράγματι, αυτό κατά κύριο λόγο συμβαίνει στη «Γυναίκα με τη Μερσεντές», μόνο που κάποια στιγμή οι γυναίκες γίνονται δύο. Γιατί στην έρευνα που (κυριολεκτικά σαν ιδιωτική ντετέκτιβ) η Ντιάν κάνει προσπαθώντας να ανακαλύψει τους υπαιτίους για τον θάνατο του παιδιού της, προκύπτει η Μαρλέν (Ναταλί Μπάιγ), μια κομμώτρια, στην ιδιοκτησία της οποίας βρίσκεται η Μερσεντές που προκάλεσε το δυστύχημα.
Οι δύο γυναίκες εκπέμπουν διαφορετική ενέργεια και η σύγκρουσή τους αποκτά σασπένς. Η Μαρλέν δεν είναι τόσο προβλέψιμη και ευγενική όσο δείχνει, κρύβει κάτι που ίσως τελικά να είναι ακόμα και επικίνδυνο, την ώρα που η Ντιάν, που αρχικώς έχει τον πρώτο λόγο καθότι εισβάλλει χωρίς φραγμούς στη ζωή της Μαρλέν, δεν είναι τόσο δυναμική όσο νομίζουμε.
Μια ενδιαφέρουσα σκέψη του Φρ. Μερμούντ σχετική με την εκδίκηση είναι ότι τη θεωρεί «ως εργαλείο καταπολέμησης ενός μεγάλου τραύματος». Για τον σκηνοθέτη το βασικό ερώτημα που προκύπτει μετά από μια τεράστια απώλεια, όπως στην ταινία ο θάνατος του παιδιού της Ντιάν, είναι το «»Πώς θα το ξεπεράσω; Πώς θα θεραπευτώ;». Η εκδίκηση είναι ένας τρόπος για να το ξεπεράσει».
Η Εμανουέλ Ντεβός έδωσε στον Μερμούντ μια αξιοπρόσεκτη ερμηνεία της ηρωίδας της: «Η γυναίκα αυτή θέλει να επιστρέψει πίσω στον κόσμο των ζωντανών».
Ο Μερμούντ χαμογελά με την ανάμνηση της συζήτησης με την Ντεβός και λέει ότι ναι, τελικά «ίσως η εκδίκηση να είναι το πρώτο βήμα που χρειάζεται να κάνεις για να ξεπεράσεις το τραύμα».
Εξίσου ενδιαφέρον όμως έχει το ότι όταν ο Μερμούντ έγραφε το σενάριο αντιλήφθηκε ότι η εκδίκηση σχετίζεται περισσότερο με τους άνδρες και λιγότερο με τις γυναίκες. «Πολύς κόσμος μου έλεγε ότι έβρισκε τη στάση της Ντιάν υστερική, τη θεωρούσαν μια γυναίκα διαταραγμένη». Για τον σκηνοθέτη αυτό από μόνο του έδωσε στην ταινία «Γυναίκα με τη Μερσεντές» «μια αίσθηση υπέρβασης, λες και η ταινία έσπαγε ένα είδος ταμπού σχετικό με την εκδίκηση. Γιατί ενώ είναι σχεδόν αυτονόητο ένας εξοργισμένος άνδρας να επιδιώκει την εκδίκηση, όταν το κάνει μια γυναίκα, τότε ένα είδος κοινωνικού υπερεγώ καταδικάζει την παρόρμησή της, περιγράφοντάς την ως χειριστική ή διαταραγμένη».
l Η «Γυναίκα με τη Μερσεντές» διανέμεται από τη FILMTRADE σε αίθουσες της Αθήνας (ΑΘΗΝΑΙΟΝ CINEPOLIS ΓΛΥΦΑΔΑ – ΑΙΓΛΗ XΑΛΑΝΔΡΙ – ΒΑΡΚΙΖΑ – ΦΛΟΙΣΒΟΣ – ΕΚΡΑΝ – ΙΝΤΕΑΛ κ.α.) και της Θεσσαλονίκης (ΦΑΡΓΚΑΝΗ – ΝΑΤΑΛΙ).

HeliosPlus