Σε μια έκτακτη συνέντευξη Τύπου την παραμονή της Πρωτομαγιάς 1991 του τότε υπουργού Οικονομικών κ. Ιωάννη Παλαιοκρασσά ακούστηκε για πρώτη φορά δημοσίως το όνομα του 26χρονου τότε Θόδωρου Κουντούρη – ιδιοκτήτη του πλοίου που προκάλεσε τη μεγάλη θαλάσσια ρύπανση στον Σαρωνικό –και στον οποίο αποδιδόταν «συμμετοχή σε λαθρεμπόριο καυσίμων»!
Ομως σε εκείνη την περίπτωση, όπως και σε άλλες υποθέσεις παράνομης διακίνησης πετρελαιοειδών που αναδείχθηκαν την περίοδο 2012-2013, όπου βρέθηκε κατηγορούμενος, υπήρξε πανηγυρική απαλλαγή του. Επιπλέον, χωρίς καμία, προς το παρόν, δικαστική εξέλιξη φαίνεται να είναι και η έρευνα που είχε διαταχθεί προ διετίας από την Εισαγγελία Εφετών Πειραιά για σχέσεις διαφθοράς μεταξύ υψηλόβαθμων αξιωματικών του Λιμενικού και εμπλεκομένων σε λαθρεμπόριο και δουλεμπόριο. Και στο πλαίσιο αυτής της έρευνας υπήρξαν καταγγελίες στις οποίες μνημονευόταν το όνομα του ίδιου επιχειρηματία και ότι είχε «άνωθεν κάλυψη». Με συμπληρωματική αναφορά ότι για λόγους ευχαριστιών και ανταπόδοσης είχε προσφέρει έπιπλα σε αξιωματικούς της Ασφάλειας Λιμεναρχείου Πειραιά που κατέληξαν στα… σπίτια τους!

Οι «σκοπιμότητες» του ναυαγίου
«Το Βήμα της Κυριακής» παρουσιάζει άγνωστα στοιχεία για την υπόθεση της μεγάλης οικολογικής καταστροφής στον Σαρωνικό και την επιχειρηματική πορεία του ιδιοκτήτη του πλοίου «Αγία Ζώνη ΙΙ» που την προκάλεσε. Με πολλά στελέχη του Λιμενικού αλλά και πραγματογνώμονες να εκφράζουν απορίες για τις συνθήκες ή τις «σκοπιμότητες» που μπορεί να υποκρύπτει το συγκεκριμένο περίεργο ναυάγιο.
Η πρώτη φορά λοιπόν που μνημονεύθηκε στα ΜΜΕ το όνομα του κ. Κουντούρη είναι σε μια υπόθεση λαθραίας μετάγγισης πετρελαίου –στην περιοχή του Περάματος το 1991 –από ένα μικρό δεξαμενόπλοιο σε ένα φορτηγό αυτοκίνητο, διασκευασμένο σε βυτιοφόρο με κλεμμένες πινακίδες. Σύμφωνα με όσα είχε αναφέρει τότε ο κ. Παλαιοκρασσάς –επρόκειτο για την πρώτη υπόθεση της νεοσύστατης τότε «Οικονομικής αστυνομίας του υπουργείου Οικονομικών –«ο κ. Κουντούρης ήταν αυτός που κρατούσε τους σωλήνες της παράνομης μεταφοράς πετρελαίου ενώ ένας συνεργός του ήταν τσιλιαδόρος».
Οπως προέκυψε από την περαιτέρω έρευνα –σύμφωνα με τις τότε επίσημες ανακοινώσεις –τα λαθραία καύσιμα θα μεταφέρονταν σε παράνομες δεξαμενές στα Καμίνια και από εκεί σε πρατήρια καυσίμων. Στην υπόθεση εμπλέκονταν 4-5 ακόμη άτομα και ανάμεσα σε αυτούς ένας συγγενής του κ. Κουντούρη για τον οποίο είχαν διατυπωθεί και άλλη φορά υπόνοιες –χωρίς συνέχεια –ότι συμμετείχε σε λαθρεμπόριο καυσίμων. Μάλιστα, δύο μικρά δεξαμενόπλοια του επιχειρηματία αυτού είχαν βυθισθεί, το 2000, ύστερα από εκρηκτικά που είχαν τοποθετηθεί στα ύφαλα του πλοίου. Τις «υποβρύχιες» βόμβες φέρεται –σύμφωνα με μεταγενέστερη δικαστική έρευνα –«να είχε τοποθετήσει άνδρας των ΟΥΚ και ένας βομβιστής της νύχτας με προϋπηρεσία στον… πόλεμο της Βοσνίας ύστερα από εντολές λαθρεμπόρων καυσίμων». Ωστόσο όλοι οι κατηγορούμενοι απηλλάγησαν για αυτή την υπόθεση…
Στη συνέχεια, ο κ. Κουντούρης εμφανίζεται διαχειριστής δεξαμενόπλοιου με έδρα στο Πέραμα Αττικής και συνεργαζόταν με γνωστό επιχειρηματία στον χώρο των καυσίμων. Ομως στη συνέχεια φέρεται να σταμάτησε τη συνεργασία λόγω οικονομικών εκκρεμοτήτων και αυτό οδήγησε στην «απώλεια» ενός πλοίου. Τα τελευταία χρόνια φέρεται ως ιδιοκτήτης τριών πλοίων με το όνομα «Αγία Ζώνη» (και αντίστοιχη αρίθμηση).

«Μεταγγίσεις» και «λαδώματα»
Η επόμενη υπόθεση που απασχόλησε τις λιμενικές αρχές ήταν τον Μάιο 2013 όταν ανακαλύφθηκε ότι δύο από τα τρία πλοία του (Το «Αγία Ζώνη Ι» και «Αγία Ζώνη ΙΙΙ») προχωρούσαν σε λαθρεμπόριο καυσίμου. Οπως μνημονεύεται στο δελτίο Τύπου που είχε εκδώσει τότε το Λιμενικό «τις βραδινές ώρες της 9ης Μαΐου 2013 στη θαλάσσια περιοχή Αρμού Περάματος έπειτα από αξιοποίηση σχετικών πληροφοριών, κλιμάκιο ανδρών του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιά διαπίστωσε τη διενέργεια μετάγγισης πλεονάζοντος ποσότητας πετρελαίου από το ένα δεξαμενόπλοιο στο άλλο. Μετά από μετρήσεις που ακολούθησαν, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν ποσότητες υγρών καυσίμων άνευ παραστατικών, στο μεν πρώτο πλοίο 61,9 κυβικά μέτρα καυσίμων και 90 κυβικά μέτρα ντίζελ και στο δεύτερο 388,43 κυβικά μέτρα καυσίμων που αντιστοιχούν σε 450 τόνους καυσίμων και 90 τόνους ντίζελ». Με υπολογιζόμενη απώλεια δασμών της τάξης των 140.000 ευρώ.
Τα καύσιμα αυτά φέρεται να μην παραδόθηκαν κανονικά από το «Αγία Ζώνη Ι» σε πλοία, σύμφωνα με το κανονικό πρόγραμμα τροφοδοσίας –και να μεταφέρθηκαν στο άλλο πλοίο που λειτουργούσε σαν «αποθηκευτικός χώρος». Τα δύο δεξαμενόπλοια κατασχέθηκαν. Ομως στη δίκη που έγινε στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων υπήρξε απαλλαγή των κατηγορουμένων που αρνήθηκαν τη λαθρεμπορία καυσίμων και τα πλοία τους παραδόθηκαν. Επιπλέον, σύμφωνα με άλλες πληροφορίες, τον Ιούνιο του 2014 μικρή ποσότητα «ύποπτης» ποσότητας καυσίμων είχε βρεθεί στα ίδια δεξαμενόπλοια και ενώ ήσαν αγκυροβόλιο. Ομως από τους πλοιοκτήτες υποστηρίχθηκε ότι είναι μόνο «σεντινόνερα» (σ.σ.: «ακάθαρτα ύδατα») χωρίς και πάλι δικαστική συνέχεια.
2,5 δισ. ευρώ ο τζίρος του παρεμπορίου καυσίμων

Σύμφωνα με εκτιμήσεις ελεγκτών της ΕΛ.ΑΣ., του υπουργείου Οικονομικών και άλλων υπηρεσιών, στον Σαρωνικό κινούνται περίπου 40-50 δεξαμενόπλοια («σλέπια» ή «μπάρτζες») που ανήκουν σε 6-7 επιχειρηματίες και τα οποία φέρεται να συμμετέχουν σε λαθρεμπόριο καυσίμων. Τα «σλέπια» παρακρατούν ναυτιλιακά καύσιμα – που κανονικά παραδίδονταν σε άλλα πλοία – και τα μεταφέρουν κυρίως σε 200 περίπου παράνομες δεξαμενές σε περιοχές της Δυτικής Αττικής (Ασπρόπυργος, Ελευσίνα κ.λπ.). Στις δεξαμενές το καύσιμο αποχρωματίζεται και τη χειμερινή περίοδο διατίθεται στην αγορά ως πετρέλαιο θέρμανσης, ενώ τη θερινή ως πετρέλαιο κίνησης. Υπενθυμίζεται ότι ο τζίρος από το λαθρεμπόριο καυσίμων, και άλλων μορφών, υπολογίζεται σε 2,5 δισ. ευρώ. Αναφέρεται ότι σωρεία εγκληματικών ενεργειών (βομβιστικές επιθέσεις, πυροβολισμοί κ.λπ.) έχουν υπάρξει μεταξύ εμπλεκομένων σε λαθρεμπόριο καυσίμων. Ενδεικτική είναι η περίπτωση στις 6 Ιανουαρίου 2000 εναντίον του τότε αναπληρωτή διευθυντή του ΣΔΟΕ κ. Νίκου Κοκώσια που ασχολείτο με την πάταξη του λαθρεμπορίου καυσίμων.
Πάντως, υπηρεσιακοί παράγοντες εκφράζουν την απορία τους για το μεγάλο ποσοστό – άνω του 50% – της απαλλαγής κατηγορουμένων για λαθρεμπόριο πετρελαίων που αποδίδεται στον τεράστιο κύκλο συμφερόντων.
Οπως εξηγούσαν στο «Βήμα» στελέχη των διωκτικών αρχών και νομικοί, «αυτό μπορεί να οφείλεται σε… αμέλειες ή ύποπτα λάθη στις δικογραφίες με μη αναφορές των ποσοτήτων, τις διαδικασίες που τηρήθηκαν κ.λπ. Κάτι που σπεύδει να εκμεταλλευθεί η πλευρά των κατηγορουμένων και να σκορπίσουν αμφιβολίες. Ακόμη, επιχειρείται να δημιουργηθεί σύγχυση μεταξύ των καυσίμων που μεταφέρει το δεξαμενόπλοιο και αυτών που χρησιμοποιεί για την κίνησή του ενώ υπάρχουν αναφορές για… χαλασμένες αντλίες κ.λπ. Ομως παρατηρούνται πολλές φορές ασαφείς ή απαλλακτικές καταθέσεις λιμενικών». Οι ίδιες πηγές υπενθύμιζαν ότι σε ορισμένες υποθέσεις λαθρεμπορίου καυσίμων είχαν διατυπωθεί υπόνοιες για χρηματισμό δικαστικών. Καθώς και ότι στο περιώνυμο «παραδικαστικό κύκλωμα» που είχε αποκαλυφθεί το 2005, βασικό τμήμα αφορούσε την ευνοϊκή μεταχείριση κατηγορουμένου για λαθρεμπόριο καυσίμων και φονικής έκρηξης που είχε σημειωθεί σε πρατήριο στα Πατήσια.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ