Ο κ. Τάσος Βουλγαράκης από την αρχή της κρίσης σε κάθε εκδήλωση της Ενωσης Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας (ΕΒΙΚΕΝ) έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου για τις παρενέργειες που έχει προκαλέσει το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας των ελληνικών ενεργοβόρων επιχειρήσεων σε σχέση με τους ευρωπαίους βιομηχάνους. Κάθε εκδήλωση της ΕΒΙΚΕΝ άλλωστε ήταν και ένα «μνημόσυνο» για εταιρείες που δεν άντεξαν και είχαν βάλει λουκέτο.
Ο ιδιοκτήτης της υαλουργίας Γιούλα γνώριζε από πρώτο χέρι ότι οι τιμές που πλήρωνε για φυσικό αέριο και ρεύμα στην Ελλάδα ήταν 50% και 40% ακριβότερες σε σχέση με τις θυγατρικές που διατηρούσε η ελληνική εταιρεία σε Ρουμανία, Βουλγαρία και Ουκρανία. Αυτό συνέβη από το 2010 και μετά, όταν οι ελληνικές κυβερνήσεις για να αντιμετωπίσουν το δημοσιονομικό κενό αύξησαν υπέρμετρα τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης σε ρεύμα και φυσικό αέριο αλλά και η ΔΕΗ τις χρεώσεις της, καθώς δεν μπορούσε να φέρει σε λογαριασμό τις δικές της δαπάνες.
Παράλληλα, το ρίσκο της χώρας είχε εκτινάξει τα επιτόκια δανεισμού δημιουργώντας πρόσθετα χρηματοοικονομικά βάρη στις ελληνικές εταιρείες. Η Γιούλα ήταν πάλι μία από αυτές, αφού η επέκταση στο εξωτερικό που συνετελέσθη κυρίως τη δεκαετία του 2000 έγινε με δανεικά.
Κάποια στιγμή η υαλουργία με τις πολύ καλές επιδόσεις και τα μεγάλα μερίδια αγοράς έφτασε να δουλεύει μόνο για να πληρώνει το κόστος κατά τη διάρκεια παραγωγής (ενέργεια) και τις τράπεζες.
Η χαριστική βολή επήλθε όταν ξέσπασε ο εμφύλιος στην Ουκρανία και οι δύο μονάδες εκεί άρχισαν να υπολειτουργούν.
Η συμφωνία


Οι αντοχές της εταιρείας που ιδρύθηκε το 1947 στο Αιγάλεω είχαν εξαντληθεί.
Τον Νοέμβριο του 2015, περίπου έναν χρόνο πίσω, η διοίκηση της εταιρείας ανέθεσε στη Citigroup Global Markets Limited να βρει αγοραστή. Στον διαγωνισμό υπεβλήθησαν σοβαρές προτάσεις από τρεις ενδιαφερομένους και τον Μάιο του 2016 η πορτογαλική ΒΑ Vidro προκρίθηκε στη διαγωνιστική διαδικασία. Ακολούθησε νομικός και οικονομικός έλεγχος και μόλις την περασμένη Τετάρτη επήλθε η οριστική συμφωνία.
Η αποτίμηση της Γιούλα καθορίστηκε στα 500 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 355 ήταν τα δάνεια. Οι βασικοί μέτοχοι, τα τέσσερα αδέρφια Βουλγαράκη που ελέγχουν περίπου το 75% της εταιρείας, δεν θα λάβουν χρήματα αλλά θα κρατήσουν ελεύθερες βαρών τις δύο μονάδες στην Ουκρανία και μία στη Βουλγαρία. Οι Πορτογάλοι θα αποκτήσουν τη μονάδα στην Ελλάδα, τη μονάδα στη Ρουμανία και δύο εργοστάσια στη Βουλγαρία.
Χρήματα από τους Πορτογάλους θα λάβουν οι μέτοχοι μειοψηφίας της Γιούλα, που είναι οι τράπεζες Εθνική και Eurobank. Στη μετοχική σύνθεση συμμετείχε και η Global Finance αλλά έχει αποχωρήσει εδώ και καιρό πωλώντας το μερίδιό της στην οικογένεια Βουλγαράκη. Οι τράπεζες είναι διπλά ωφελημένες, καθώς εκτός από τα κεφάλαια που θα λάβουν, θα δουν και τα δάνεια που έχουν χορηγήσει στη Γιούλα να αποπληρώνονται, αφού η Vidro θα τα αναχρηματοδοτήσει με δάνεια από άλλες τράπεζες.
Σε αυτήν εδώ τη λεπτομέρεια κρίθηκε και η μεταβίβαση της ελληνικής εταιρείας. Αν ήθελε να αγοράσει η Γιούλα τη Vidro μέσω τραπεζικής χρηματοδότησης, επειδή είναι ελληνική εταιρεία, τα επιτόκια θα ήταν πάνω από 8%. Τώρα, η Vidro αγοράζει τη Γιούλα με δανεικά και επιτόκιο 1%!
Η αποτίμηση


Η αξία της Γιούλα είναι αδιαμφισβήτητη. Το μαρτυρά το τίμημα των 500 εκατ. ευρώ που δίνει η Vidro, το οποίο ισοδυναμεί με 9 φορές τα κέρδη ebitda της ελληνικής εταιρείας.
Οι Πορτογάλοι γνωρίζουν ότι αποκτούν μια εταιρεία leader στις αγορές όπου δραστηριοποιείται με τεχνογνωσία και άριστο προϊόν. Την αγοράζουν με «φθηνά» δάνεια, δυναμώνουν την εταιρεία στις διαπραγματεύσεις με τους προμηθευτές αφού δεν υπεισέρχεται το ρίσκο της χώρας και έχουν –λόγω του μεγέθους τους –την πολυτέλεια να περιμένουν και την ανάκαμψη της ελληνικής αγοράς.
Σύμφωνα με τα τελευταία δημοσιευθέντα στοιχεία, η Γιούλα είχε τζίρο 200 εκατ., κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (ebitda) 56 εκατ. ευρώ, και ζημιές 17 εκατ. ευρώ.

Οι επτά μονάδες παραγωγής της Γιούλα διαθέτουν 15 κλιβάνους τήξεως γυαλιού και 49 γραμμές σχηματοδότησης προïόντων, οι οποίες παράγουν ετησίως πάνω από 2 δισ. τεμάχια προϊόντων συσκευασίας, 125 εκατ. τεμάχια επιτραπέζιων προϊόντων, 52.000 τόνους φαρμακευτικό γυαλί και 650.000 τετραγωνικά μέτρα διακοσμητικό τζάμι. Σημειώνεται πως οι μονάδες που διατηρούν τα αδέρφια Βουλγαράκη στην Ουκρανία παράγουν φαρμακευτικό γυαλί και η μονάδα στη Βουλγαρία ποτήρια.

Η ΒΑ Vidro είναι περίπου τριπλάσια σε όγκο παραγωγής σε σχέση με τη Γιούλα. Ιδρύθηκε το 1912 στην Πορτογαλία. Σήμερα απασχολεί 2.400 υπαλλήλους σε οκτώ εργοστάσια σε Πορτογαλία, Ισπανία, Γερμανία και Πολωνία. Με την απόκτηση της Γιούλα αποκτά παρουσία στην Ανατολική Ευρώπη.

Το 2015 πραγματοποίησε τζίρο 530 εκατ. ευρώ και καθαρά κέρδη 80 εκατ. ευρώ. Κατέγραψε λειτουργικές ταμειακές ροές 170 εκατ. ευρώ και ο καθαρός της δανεισμός διαμορφώθηκε στα 290 εκατ. ευρώ.

ΚΑΠΕΛΟ
Τσουνάμι εξαγορών από ξένους

H αδυναμία χρηματοδότησης από τις τράπεζες και το υψηλό ενεργειακό κόστος είχαν οδηγήσει και την ιστορική βιομηχανία της Θεσσαλονίκης, τη Μακεδονική Εταιρεία Χάρτου ΑΕ, πιο γνωστή ως ΜΕΛ, στην πώλησή της στον τουρκικό όμιλο Pak Holdings.
Για άλλους λόγους, καθαρά επιχειρηματικούς, η αγγλική BC Partners είχε εξαγοράσει έναντι 642 εκατ. δολαρίων τη Pharmathen και η γαλλική Imerys κατέβαλε 634 εκατ. δολάρια για να αποκτήσει την S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε. Η αμερικανική Amerra Capital Management εξαγόρασε την εταιρεία ιχθυοκαλλιεργειών Ανδρομέδα και η καναδική Fairfax απέκτησε πλειοψηφικά ποσοστά στην Grivalia και στη Εurolife. Στον πλήρη έλεγχο της γερμανικής Ergo πέρασε πρόσφατα και η Αγροτική Ασφαλιστική.
Επίσης, το ρίσκο της χώρας οδήγησε γνωστές εταιρείες να αλλάξουν έδρα. Χαρακτηριστικά παραδείγματα μεγάλων εταιρειών που έχουν μετοικήσει είναι η ΦΑΓΕ στο Λουξεμβούργο, η Coca-Cola 3E στην Ελβετία και η Viohalco στο Βέλγιο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ