Μια ύπουλη τάση αναπτύχθηκε τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Μια χώρα που βίωσε την ανάπτυξη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, έχει πλέον αρχίσει να αποδομείται τόσο πολύ που όταν η Μεγάλη Υφεση χτύπησε, το 2007, κανείς δεν μπορούσε πια να αγνοήσει τις διαιρέσεις που καθόρισαν το αμερικανικό οικονομικό τοπίο. Πώς έγιναν οι ΗΠΑ η ανεπτυγμένη χώρα με τις μεγαλύτερες ανισότητες; Ενα ρεύμα αυτής της εξαιρετικά ενδιαφέρουσας συζήτησης που εμφανίζεται στο σημαντικό βιβλίο του Τόμας Πικετί «Capital in the Twenty – First Century» (Το Κεφάλαιο στον 21ο Αιώνα) βασίζεται στην ιδέα ότι τα άκρα στον πλούτο και στα εισοδήματα είναι εγγενή στον καπιταλισμό. Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να αντιμετωπίσουμε τις δεκαετίες μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο όχι ως κανόνα, αλλά ως παρέκκλιση.
Πρόκειται για μια επιφανειακή ανάγνωση του έργου του Πικετί, που προσφέρει ένα θεσμικό πλαίσιο για την κατανόηση της όξυνσης της ανισότητας χρόνο με τον χρόνο. Δυστυχώς αυτό το σημείο της ανάλυσης έτυχε λιγότερης προσοχής σε σχέση με τα πιο μοιρολατρικά της σημεία. Τον τελευταίο ενάμιση χρόνο η σειρά The Great Divide (Η Μεγάλη Διαίρεση) στους «New York Times», στην οποία είμαι διαχειριστής, έχει παρουσιάσει επίσης μια σειρά από παραδείγματα τα οποία υποσκάπτουν την ιδέα ότι υφίστανται πραγματικά θεμελιώδεις νόμοι στον καπιταλισμό. Οι δυναμικές του ιμπεριαλιστικού καπιταλισμού του 19ου αιώνα δεν χρειάζονταν να εφαρμοστούν στον 21ο αιώνα. Δεν χρειάζεται να έχουμε τόσο μεγάλη ανισότητα στην Αμερική. Ο καπιταλισμός που έχουμε είναι υποκατάστατο καπιταλισμού. Ως απόδειξη για αυτό ας ανατρέξουμε πίσω στην αντίδρασή μας στη διάρκεια της Μεγάλης Υφεσης, όταν κοινωνικοποιήσαμε τις απώλειες, τη στιγμή που ιδιωτικοποιούσαμε τα κέρδη. Ο τέλειος ανταγωνισμός, τουλάχιστον στη θεωρία, μηδενίζει τα κέρδη, αλλά έχουμε μονοπώλια και ολιγοπώλια με μονίμως πολύ υψηλά κέρδη. Οι διευθύνοντες σύμβουλοι απολαμβάνουν εισοδήματα που κατά μέσο όρο είναι 295 φορές υψηλότερα από εκείνα ενός μέσου εργαζομένου, χωρίς να υπάρχουν αποδείξεις ότι η παραγωγικότητά τους είναι ανάλογα υψηλότερη.

Ευθύνονται οι πολιτικές και οι πολιτικοί

Αν δεν είναι οι αδιάλλακτοι νόμοι των οικονομικών που έχουν οδηγήσει στη μεγάλη διαίρεση τότε τι είναι; Η προφανής απάντηση: οι πολιτικές μας και οι πολιτικοί. Ο κόσμος έχει βαρεθεί να ακούει για τις ιστορίες επιτυχίας των σκανδιναβικών κρατών, αλλά είναι αλήθεια ότι η Σουηδία, η Φινλανδία και η Νορβηγία έχουν επιτύχει μεγαλύτερη ανάπτυξη στο κατά κεφαλήν εισόδημα από τις Ηνωμένες Πολιτείες και με μεγαλύτερη ισότητα. Επομένως γιατί οι ΗΠΑ έχουν επιλέξει αυτές τις πολιτικές που ενισχύουν τις ανισότητες; Μέρος της απάντησης είναι ότι καθώς ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος γινόταν ανάμνηση, τόσο γινόταν ανάμνηση και η αλληλεγγύη που είχε επιφέρει.
Με την Αμερική να θριαμβεύει στον Ψυχρό Πόλεμο δεν υπήρχε βιώσιμος ανταγωνιστής στο οικονομικό μας μοντέλο. Χωρίς αυτόν τον διεθνή ανταγωνισμό, δεν χρειαζόταν να αποδείξουμε σε κανέναν ότι το σύστημά μας μπορούσε να προσφέρει πολλά στους περισσότερους πολίτες μας. Η ιδεολογία και τα συμφέροντα συμπτύχθηκαν με ανόσιο τρόπο. Κάποιοι πήραν το λάθος μάθημα από την κατάρρευση του σοβιετικού συστήματος. Το εκκρεμές κινούνταν από την υπερβολική κυβέρνηση στην ελάχιστη κυβέρνηση. Τα εταιρικά συμφέροντα θέλησαν να ξεφορτωθούν τους κανόνες ακόμη και αν αυτοί οι κανόνες έκαναν τόσα για να προστατεύσουν και να βελτιώσουν το περιβάλλον, την ασφάλεια, την υγεία και την ίδια την οικονομία μας. Αλλά αυτή η ιδεολογία ήταν υποκριτική.

Το πολιτικό σύστημα συντρίβεται από τη δύναμη του χρήματος

Οι τραπεζίτες, που ήταν οι μεγαλύτεροι υπερασπιστές της οικονομίας του laissez – faire, ήταν περισσότερο από δεκτικοί στα δισεκατομμύρια δολάρια που προσέφερε η κυβέρνηση για τη διάσωσή τους, κάτι που πλέον έχει γίνει επαναλαμβανόμενο φαινόμενο στην παγκόσμια οικονομία από την απαρχή της περιόδου των «ελεύθερων» αγορών και της κατάργησης των νομοθετικών ρυθμίσεων Θάτσερ – Ρίγκαν. Το αμερικανικό πολιτικό σύστημα συντρίβεται από το χρήμα. Η οικονομική ανισότητα μεταφράζεται σε πολιτική ανισότητα και η πολιτική ανισότητα αυξάνει την οικονομική ανισότητα. Η ευημερία των επιχειρήσεων αυξάνει καθώς περιορίζουμε την ευημερία των φτωχών.
Το Κογκρέσο διατηρεί τις επιχορηγήσεις για τους πλούσιους αγρότες καθώς περιορίζει τη διατροφική υποστήριξη σε αυτούς που την έχουν ανάγκη. Οι φαρμακευτικές εταιρείες λαμβάνουν εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια καθώς περιορίζουμε τις δαπάνες του Medicaid. Οι τράπεζες, που είναι υπεύθυνες για την οικονομική κρίση, έλαβαν δισεκατομμύρια και οι ιδιοκτήτες ακινήτων και τα θύματα αυτών των ίδιων τραπεζών έλαβαν πενταροδεκάρες. Αυτή η τελευταία απόφαση ήταν ιδιαιτέρως ανόητη. Υπήρχαν εναλλακτικές λύσεις από το να πετάξουμε τα χρήματα στις τράπεζες ελπίζοντας ότι αυτά θα κυκλοφορούσαν μέσω της αύξησης του δανεισμού.

Οι πλούσιοι και το «φυσικό δικαίωμα» στα προνόμια

Μπορούσαμε να βοηθήσουμε απευθείας τους υπερχρεωμένους ιδιοκτήτες και τα θύματα αυτής της ληστρικής συμπεριφοράς. Αυτό δεν θα βοηθούσε μόνο την οικονομία, αλλά θα μας έβαζε και στον δρόμο της εύρωστης ανάκαμψης. Οι διαιρέσεις είναι μεγάλες. Ο οικονομικός και γεωγραφικός διαχωρισμός έχει ανοσοποιήσει αυτούς στην κορυφή από τα προβλήματα αυτών στον πάτο. Οπως οι βασιλιάδες του παρελθόντος, θεωρούν ότι η προνομιακή τους θέση είναι φυσικό δικαίωμα. Η οικονομία μας, η δημοκρατία μας και η κοινωνία μας έχουν πληρώσει για αυτές τις αδικίες. Το πραγματικό τεστ για μια οικονομία δεν είναι πόσο πλούτο μπορούν να συγκεντρώσουν οι βασιλιάδες της στους φορολογικούς παραδείσους, αλλά σε πόσο καλή θέση βρίσκεται ο μέσος πολίτης –πόσω μάλλον στην Αμερική, όπου η εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας έχει τις ρίζες της στον ισχυρισμό μας ότι είμαστε μια σπουδαία κοινωνία της μεσαίας τάξης.
Η ανάπτυξη αφορά την κορυφή και το μερίδιό της σε αυτή έχει τετραπλασιαστεί από το 1980. Το πρόβλημα της ανισότητας δεν αφορά τα τεχνικά οικονομικά. Είναι ζήτημα πρακτικής πολιτικής. Το να διασφαλίσουμε ότι εκείνοι στην κορυφή θα καταβάλουν τη φορολογία που τους αναλογεί και το να τερματίσουμε τα προνόμια των πλουσίων είναι δίκαιο και εφικτό. Δεν είναι πολύ αργά για να αποκαταστήσουμε τη θέση μας στον κόσμο και να επανακτήσουμε την ιδέα του ποιοι είμαστε ως έθνος. Η αυξανόμενη ανισότητα δεν οδηγείται από αυστηρούς οικονομικούς νόμους, αλλά από νόμους που εμείς οι ίδιοι έχουμε δημιουργήσει.

HeliosPlus