Καταφθάνει πάνω στο ποδήλατό του και συστήνεται ψάχνοντας ταυτόχρονα να βρει κάπου να το κλειδώσει. Ο Ανδρέας Κοντόπουλος είναι βεβαίως ηθοποιός, δεν διακρίνεται ωστόσο από τα συνήθη χαρακτηριστικά μερικών συναδέλφων του. Ούτε προσποιητή άνεση ούτε υπερβολές. Σοβαρός (και άψογα ντυμένος), παραδέχεται ότι μέχρι κάποια στιγμή στη ζωή του δεν είχε πάρει πολύ στα σοβαρά την ηθοποιία. Κάποιοι θα τον θυμάστε από την τηλεοπτική μεταφορά της «Λούφας και παραλλαγής», κάποιοι από τον ρόλο του στην «Πολυκατοικία», κάποιοι από το καλτ «Κακό» ή το ρομαντικό «Χάρισμα». Εφτασε όμως η στιγμή να διαλέξει δρόμο και να αφοσιωθεί στο θέατρο με δύο διαμετρικά αντίθετες παραστάσεις φέτος, τον «Μεγάλο περίπατο του Πέτρου» της Αλκης Ζέη στην Παιδική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου και την κωμωδία «Τερατώδη προβλήματα» του Μάρτιν Ντάουνινγκ στη Β΄ Σκηνή του θεάτρου Αλμα. Ας δούμε τι έχει να μας πει.

– Η δουλειά μου, κατά κάποιον τρόπο, ήρθε σαν φυσική συνέχεια στις δραστηριότητές μου στο σχολείο. Στο δημοτικό που πήγαινα είχαν ένα πρόγραμμα που λεγόταν «Κύκλοι», όπου κάθε μέρα μετά το μάθημα έκανες κάποιες δραστηριότητες κατ’ επιλογή: γυμναστική, μουσική και διάφορα άλλα. Εγώ, λοιπόν, έκανα θέατρο. Στην Ε΄ Δημοτικού έπαιξα στην πρώτη μου παράσταση και μου έμεινε αξέχαστη η επαφή με τη σκηνή.

– Είχα για χρόνια φλερτ με τη σκηνοθεσία, αλλά απέκτησα στην πορεία τη συνείδηση του επαγγελματία ηθοποιού. Πρέπει να δώσεις φοβερή μάχη στην Ελλάδα αν θες να γίνεις επαγγελματίας σκηνοθέτης και όχι απλώς να κάνεις το χόμπι σου. Επειδή μέχρι τα 30 μου αμφιταλαντευόμουν ανάμεσα στην υποκριτική και στη σκηνοθεσία, δεν κυνηγούσα ρόλους – μου έκαναν προτάσεις και αναλόγως αποφάσιζα. Εκλεισε όμως κάποια στιγμή ένας κύκλος μέσα μου και έκτοτε έχω εστιάσει στο θέατρο.

– Τα «Τερατώδη προβλήματα» προέκυψαν ως συνεργασία από τη φιλική σχέση που έχω με τον σκηνοθέτη, τον Τάσο Ιορδανίδη, αλλά και τον Αποστόλη Τότσικα, με τον οποίο παίζουμε μαζί. Είναι μια σύγχρονη κωμωδία, αντισυμβατική, χωρίς το σύνηθες, πλασαρισμένο χιούμορ. Ο «Μεγάλος περίπατος του Πέτρου» είναι μια παράσταση-γολγοθάς, που όλοι όμως τον έχουμε αγαπήσει πάρα πολύ. Και αυτή η αίσθηση της στέρησης, που είναι ανάγλυφη στο έργο, μας έχει αγγίξει όλους από τις πρόβες ακόμη και αγγίζει πολύ και τους θεατές. Ολα αυτά βέβαια σε επίπεδο προβολής στο μέλλον, διότι, για να είμαστε ειλικρινείς, δεν συγκρίνεται η Κατοχή ούτε η χούντα με το σήμερα – το τονίζω σε αντιπαράθεση με τη συνθηματολογία της εποχής, που μου φαίνεται αρκετά υστερική και υπερβολική. Φαίνεται να υπήρχε επίσης μια αθωότητα τότε, ένα απόθεμα δυνάμεων και μια ανόθευτη ελπίδα για το μέλλον, που έδινε κουράγιο στους Ελληνες να αντιμετωπίζουν τα δεινά.

– Είσαι εδώ παρών και ζεις. Η πιο ισχυρή γνώση στον άνθρωπο είναι αυτή. Η θέληση για ζωή συνεπάγεται υπαρξιακή ανησυχία, όχι με τη φιλοσοφική έννοια, αλλά με τη λογική ότι καθένας από εμάς έχει ανάγκη να δει τι θα κάνει, πώς θα περάσει τον χρόνο του. Αυτή η ανάγκη μπορεί να καταλυθεί μόνο από ιδεολογήματα: ένας άνθρωπος που βρίσκεται φυλακισμένος στην απραξία μαστίζεται από κάποιου είδους ιδεολόγημα. Πιστεύω ότι ακόμη και στις πιο αντίξοες συνθήκες βρίσκεις τον τρόπο να δημιουργήσεις, να ερωτευτείς, να εκφραστείς.