Οταν ο Εμανουέλ Μακρόν επισκέφθηκε το προπονητικό κέντρο της γαλλικής εθνικής ομάδας προτού αναχωρήσει για τη Ρωσία και το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου, είχε μερικές συμβουλές να δώσει στους Τρικολόρ.
«Θα έχετε στιγμές αμφιβολίας. Μείνετε ενωμένοι. Δουλέψτε σκληρά. Να έχετε αυτοπεποίθηση και εμπιστοσύνη» είπε στην ομάδα που πριν από 20 χρόνια κατέκτησε την πρώτη της και μοναδική μέχρι σήμερα κούπα στο Μουντιάλ. Στους δημοσιογράφους που περίμεναν απ’ έξω, κλείνοντάς τους το μάτι, δήλωσε με νόημα: «Στον αγώνα πας για να κερδίσεις!».


Στην κερκίδα του Μακρόν


«Χαλαρά, παδιά! Σας μίλησε κάποιος ο οποίος με την πρώτη του προσπάθεια έγινε πρόεδρος της χώρας» έγραψε καυστικά αρθρογράφος των «Financial Times», συμπληρώνοντας ότι ο Μακρόν δεν κόμπαζε για τη δική του επιτυχία. Ηθελε απλά να στείλει το μήνυμα ότι μια νίκη θα ήταν καλή για τη χώρα και, άρα, για τον ίδιο και το αφήγημά του πως «η Γαλλία επέστρεψε»!
Ο γάλλος πρόεδρος το πήγε ακόμα παραπέρα. Σχολιάζοντας τη συνάντησή του με τους παίκτες σε τηλεοπτική του συνένετυξη που μεταδόθηκε την περασμένη Κυριακή είπε: «Ενιωσα πως η ομάδα θέλει να κερδίσει. Οτι η ομάδα θέλει να μου φέρει πίσω το Κύπελλο», με την προσωπική αντωνυμία «μου» να σχολιάζεται ευρέως από τον γαλλικό Τύπο.
Ο Μακρόν φυσικά δεν είναι ο πρώτος πολιτικός που επιδιώκει ίδιον όφελος από έναν αθλητικό θρίαμβο, ιδιαίτερα από το ποδόσφαιρο που ξεσηκώνει ανθρώπους απ’ όλα τα κοινωνικά στρώματα. Είναι όμως μια στρατηγική υψηλού ρίσκου.

Πολιτική και ποδόσφαιρο: συμβίωση με ρίσκα


Οταν η Εθνική Γαλλίας συνέτριψε το 1998 στον τελικό του Μουντιάλ τη Βραζιλία με 3-0, οι πολιτικοί προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν αυτή την επιτυχία. Ο μη δημοφιλής κεντροδεξιός πρόεδρος Ζακ Σιράκ, που είχε χάσει τις βουλευτικές έναν χρόνο νωρίτερα, γεγονός που τον ανάγκασε να «συγκατοικήσει» με τον Σοσιαλιστή πρωθυπουργό Λιονέλ Ζοσπέν, ανέκαμψε στις δημοσκοπήσεις. Ο γάλλος ηγέτης γνώριζε ελάχιστα για το ποδόσφαιρο, όμως σύντομα άρχισε να φοράει κασκόλ σε κάθε αγώνα και να φωνάζει με πάθος όταν η ομάδα πετύχαινε τα δίχτυα.
Παίκτες όπως ο Λιλιάν Τουράμ, ο Τιερί Ανρί κι ο Ζινεντίν Ζιντάν έγιναν σύμβολα της γαλλικής πολιτιστικής ποικιλομορφίας. Το πορτρέτο του Ζιντάν, γιου αλγερινών μεταναστών, προβλήθηκε πάνω στην Αψίδα του Θριάμβου, στην καρδιά του Παρισιού, και ο ίδιος έγινε εθνικός ήρωας της χώρας. Η ευφορία αυτή κράτησε για αρκετά χρόνια καθώς οι Τρικολόρ το 2000 έφερναν άλλον έναν τίτλο στη Γαλλία, νικώντας την Ιταλία στον τελικό του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος Ποδοσφαίρου.
Η πραγματικότητα της χώρας άλλαζε. Το 2002 ο ακροδεξιός υποψήφιος Ζαν Μαρί Λεπέν, πατέρας της Μαρίν Λεπέν και τότε ηγέτης του Εθνικού Μετώπου, περνούσε στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών και το 2005 ξεσπούσαν ταραχές στα υποβαθμισμένα προάστια της γαλλικής πρωτεύουσας με αφορμή τον τραγικό θάνατο δύο ανήλικων μεταναστών, υπογραμμίζοντας τις δυσκολίες της χώρας να ενσωματώσει τη νέα γενιά μεταναστών.
Εναν χρόνο αργότερα, στο Παγκόσμιο Κύπελλο, ο Ζιζού έτρωγε αποβολή στο ματς του τελικού του Μουντιάλ κόντρα στην Ιταλία έπειτα από την κεφαλιά που έδωσε στο στήθος του Ιταλού της Ιντερ Μάρκο Ματεράτσι, αποχαιρετώντας άδοξα τα ποδοσφαιρικά γήπεδα σε αυτό το τελευταίο παιχνίδι της καριέρας του. Ο γαλλο-αλγερινός, ο μετανάστης που κάποτε έκανε μια ολόκληρη χώρα να παραληρεί από υπερηφάνεια, είχε απογοητεύσει τους συμπατριώτες του.
Καθρέφτης της κοινωνίας;
Αναφορικά με τη νίκη του 2008, ο πρώην πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ και λάτρης του ποδοσφαίρου είχε πει στην εφημερίδα «Le Monde»: «Υπάρχει μια υπερβολική ερμηνεία, μια κατάχρηση των σπορ από τους πολιτικούς. Το να γιορτάζουμε την πολιτιστική ποικιλομορφία της Εθνικής Γαλλίας είναι ένα πράγμα. Αλλά το να βγάζουμε συμπεράσματα ότι η νίκη θα άλλαζε τη Γαλλία είναι εντελώς διαφορετικό. Γιατί δεν την άλλαξε εν τέλει».
Ωστόσο οι Γάλλοι ακόμα και σήμερα εξακολουθούν να βλέπουν την Εθνική Ποδοσφαίρου ως έναν καθρέφτη της χώρας και οι πολιτικοί, όπως και οι σχολιαστές, μελετούν προσεκτικά τους παίκτες και τις επιδόσεις τους προσπαθώντας να αποκρυπτογραφήσουν τις εσωτερικές λειτουργίες της γαλλικής κοινωνίας.

HeliosPlus