Christopher Dembik*
Πριν από έναν χρόνο ακριβώς είχαμε προειδοποιήσει για τον κίνδυνο οικονομικής επιβράδυνσης και αποσυγχρονισμού της παγκόσμιας ανάπτυξης. Από τότε οι παγκόσμιοι δείκτες PΜΙ έχουν υποχωρήσει, παρατηρείται κρίση ρευστότητας στις χρηματαγορές, ο γεωπολιτικός κίνδυνος αυξάνεται και η άνοδος του δείκτη δολαρίου προκαλεί προβλήματα στις αναδυόμενες αγορές.
Ο εμπορικός πόλεμος και οι επιδεινούμενες οικονομικές συνθήκες είναι ένας εκρηκτικός συνδυασμός. Μέχρι τώρα οι αρνητικές συνέπειες του εμπορικού πολέμου είχαν σχετικά περιορισμένο αντίκτυπο στην ανάπτυξη.
Παλαιότερα παραδείγματα, όπως οι ποσοστώσεις στις εξαγωγές ιαπωνικών αυτοκινήτων προς τις ΗΠΑ που εφάρμοσε η κυβέρνηση Ρίγκαν το 1981, τείνουν να επιβεβαιώσουν ότι οι επιπτώσεις στην ανάπτυξη ή ακόμα και στο χρηματιστήριο είναι σχετικά μικρές εφόσον αποφευχθεί ένας ολοκληρωτικός εμπορικός πόλεμος. Η Ιστορία όμως μας δείχνει επίσης ότι οι περιορισμοί στο εμπόριο πλήττουν πρωτίστως τη χώρα που τους επιβάλλει. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι δασμοί στα ιαπωνικά αυτοκίνητα οδήγησαν στην απώλεια 60.000 θέσεων εργασίας στις Ηνωμένες Πολιτείες τη δεκαετία του 1980.
Το κυριότερο χαρακτηριστικό της συνεχιζόμενης έντασης είναι ότι ο πρόεδρος Τραμπ έχει βαθιά εμμονή με τις διμερείς εμπορικές ανισορροπίες. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να προκληθεί χάος από τη μια στιγμή στην άλλη, όπως ισχύει σε κάθε σαπουνόπερα που σέβεται τον εαυτό της.
Αναλυτές της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας προβλέπουν ότι στην περίπτωση ενός ολοκληρωτικού εμπορικού πολέμου κατά τον οποίο οι ΗΠΑ θα επέβαλλαν δασμούς 10% σε όλες τις εισαγωγές και όλοι οι εμπορικοί εταίροι θα ανταπέδιδαν με δασμούς 10% στα αμερικανικά προϊόντα, η ανάπτυξη του αμερικανικού ΑΕΠ θα οδηγούνταν σε ύφεση μέσα σε διάστημα 18-24 μηνών και η τάση της παγκόσμιας ανάπτυξης θα μειωνόταν σε επίπεδα κάτω του 3%. Με άλλα λόγια, τα πράγματα μπορεί να γίνουν πολύ σοβαρά.
Με δεδομένο ότι οι οικονομικές συνθήκες επιδεινώνονται πολύ γρήγορα, η κατάσταση μπορεί να οδηγηθεί σε επικίνδυνο σημείο εάν οι απειλές για το εμπόριο συνεχίσουν να εντείνονται. Θεωρούμε μάλλον απίθανο ότι η τρέχουσα άνοδος του προστατευτισμού μπορεί από μόνη της να προκαλέσει μια νέα οικονομική κρίση. Ωστόσο, μπορεί να γίνει η σταγόνα που θα ξεχειλίσει το ποτήρι και τελικά θα πυροδοτήσει την κρίση.
Σε κάθε περίπτωση, η κατάσταση δεν είναι τόσο αρνητική όσο φαίνεται. Μέχρι στιγμής η Κίνα περιορίστηκε να απαντήσει στα αμερικανικά μέτρα χρησιμοποιώντας τους ίδιους μηχανισμούς, χωρίς να επιδιώκει την κλιμάκωση. Αν η Κίνα ήθελε έναν ολοκληρωτικό εμπορικό πόλεμο, ο πιο αποτελεσματικός τρόπος να το πετύχει θα ήταν να στείλει υγειονομικούς επόπτες στις τοπικές εταιρείες-κλειδί για την αλυσίδα παραγωγής των ΗΠΑ και να τις κλείσει για μερικές εβδομάδες ή μήνες. Οι επιπτώσεις θα ήταν σίγουρα πολύ πιο καταστροφικές για τις αμερικανικές εταιρείες από οποιαδήποτε αύξηση στους δασμούς επέβαλε το Πεκίνο.
Αποφεύγοντας μια τέτοια αντίδραση, η Κίνα φαίνεται διατεθειμένη να παίξει το παιχνίδι του κατευναστικού παράγοντα και να στηρίξει την παγκόσμια οικονομία. Με βάση τα αδύναμα οικονομικά δεδομένα και τις ισχυρότερες εμπορικές εντάσεις, η Κίνα αποφάσισε να χαλαρώσει εκ νέου τη νομισματική της πολιτική, για τρίτη φορά εφέτος. Την προηγούμενη εβδομάδα, η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας μείωσε το ελάχιστο υποχρεωτικό αποθεματικό (RRR) κατά 50 μονάδες βάσης, κίνηση που οδήγησε στην αποδέσμευση ρευστότητας ύψους 700 δισ. RMB περίπου για τη στήριξη δανείων σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις και σχεδίων κεφαλαιοποίησης χρέους στις αρχές Ιουλίου.
Η Κίνα κάνει ό,τι έκανε πάντα σε περιπτώσεις οικονομικής επιβράδυνσης: αναλαμβάνει πρωτοβουλία ώστε να ενισχύσει την οικονομία και να οδηγήσει τον δείκτη μεταβολής χρηματοδότησης ξανά σε θετικό έδαφος. Η μεταβολή χρηματοδότησης στην Κίνα εξακολουθεί να συρρικνώνεται, στο -1,09% του ΑΕΠ, ωστόσο σιγά-σιγά κινείται ανοδικά σε σχέση με το χαμηλό του 2010. Είναι μάλιστα πιθανό να καταγράψει τιμές με θετικό πρόσημο νωρίτερα από όσο πιστεύουμε εφόσον οι κινεζικές αρχές θεωρήσουν ότι είναι καιρός να υποστηρίξουν περαιτέρω την οικονομία απέναντι στην προοπτική του εμπορικού πολέμου.
Η Κίνα έχει ακόμη στα χέρια της πολλές επιλογές προκειμένου να αντισταθμίσει τον αντίκτυπο των εμπορικών εντάσεων. Μπορεί να προσφύγει είτε στην υιοθέτηση μιας ακόμα πιο χαλαρής νομισματικής πολιτικής μέσω του ελάχιστου υποχρεωτικού αποθεματικού είτε στην εφαρμογή μέτρων δημοσιονομικής τόνωσης. Μια άνοδος του δείκτη μεταβολής χρηματοδότησης λογικά θα ακυρώσει τουλάχιστον ένα μέρος από τον αντίκτυπο των αμερικανικών δασμών στις εισαγωγές από την Κίνα, ενώ από το 2019 αναμένεται να παρέχει επίσης στήριξη σε αποδυναμωμένους οικονομικούς κλάδους, όπως ο κινεζικός κλάδος ακινήτων.
Σε αυτό το στάδιο είναι περίπλοκο να μαντέψουμε την εξέλιξη της αμερικανικής εμπορικής πολιτικής (η οποία τώρα έχει βάλει στόχο τις εισαγωγές γερμανικών αυτοκινήτων), αλλά είναι σχεδόν βέβαιο ότι η Κίνα θα καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να αποφύγει έναν ολοκληρωτικό εμπορικό πόλεμο και την αστάθεια που αυτός συνεπάγεται, καθώς η οικονομική και νομισματική σταθερότητα είναι ζωτικής σημασίας για τη μελλοντική οικονομική ανάπτυξη.
Ο κ. Christopher Dembik είναι επικεφαλής Μακροοικονομικής Ανάλυσης στη Saxo Bank.

HeliosPlus