Ο αγαπητός Σατόσι Φουρουκάβα, ο ιάπωνας αστροναύτης που αναχωρεί στις 8 Ιουνίου με το επόμενο Σογιούζ για τον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό φιλοδοξώντας να είναι ο πρώτος που θα καλλιεργήσει αγγουράκια σε συνθήκες έλλειψης βαρύτητας ως πιθανά τρόφιμα για μελλοντικές αποστολές, θα στενοχωρηθεί αν μάθει ότι έρχεται δεύτερος και καταϊδρωμένος. Τον έχει προλάβει εδώ και 30 χρόνια ο Σκρουτζ Μακ Ντακ.

Σε αντίθεση με το αμερικανικό, το ιταλικής προέλευσης υλικό του Μίκυ Μάους που αναδημοσιευόταν στα ελληνικά υπήρξε πάντα πολύ κοντύτερα στην κοινωνική πραγματικότητα. Εκεί που η Λιμνούπολη του κλασικού Καρλ Μπαρκς και του εμπνευσμένου συνεχιστή του, Ντον Ρόσα, έχει ως απαράβατο χρονολογικό όριο τα τέλη της δεκαετίας του ’50, εκείνη των Ρομάνο Σκάρπα, Γκουΐντο Μαρτίνα, Τζιόρτζιο Πετσίν είναι θεμελιωμένη στη σύγχρονη της εποχής της ευρωπαϊκή καθημερινότητα.

Στο Διαστημικό Αγρόκτημα του Πετσίν (Μίκυ Μάους 789, εκδ. Τερζόπουλος, 14/8/1981) ο πρωθυπουργός της ακαθόριστης παπιοχώρας, μητρόπολη της οποίας αποτελεί η Λιμνούπολη, προβαίνει σε έκτακτο τηλεοπτικό διάγγελμα τονίζοντας τη δραματική κατάσταση του ισοζυγίου πληρωμών. Ως αποτέλεσμά της είναι υποχρεωμένος να επιβάλει ακραία λιτότητα που συνίσταται στην κατάργηση της κατανάλωσης κρέατος: εν μία νυκτί οι Λιμνουπολίτες οφείλουν να γίνουν χορτοφάγοι.

Μετά τις αρχικές διαμαρτυρίες, ο Ντόναλντ Ντακ και τα ανιψάκια αποφασίζουν να επιτελέσουν το πατριωτικό τους καθήκον, πλην όμως τα καταστήματα έχουν ήδη λεηλατηθεί από αφιονισμένους οπαδούς λαχανικών. Καταφεύγοντας, όπως είθισται σε περιπτώσεις εκτάκτου ανάγκης, στην εμπορική αυτοκρατορία του Θείου Σκρουτζ τον βρίσκουν να κλαίει και να οδύρεται για τις καιρικές αντιξοότητες που κατέστρεψαν τις σοδειές του την πιο ακατάλληλη στιγμή. Πρόβλημα, πρόβλημα – πες μου πώς το λύνεις.

Για να ξεπεράσει την αγροτική παραγωγή του Τζον Ρόμπαξ και να επωφεληθεί από τις νέες πραγματικότητες της οικονομίας ο εφευρετικός μεγιστάνας θα καταφύγει στη λύση ενός τροχιακού αγροκτήματος, από όπου πύραυλοι με κολοκυθάκια, καρότα, αγγούρια και λοιπά ζαρζαβατικά θα προσγειώνονται με αλεξίπτωτα εν είδει διαστημικών λεωφορείων στις πόρτες των μανάβικών του. Στην πορεία της ιστορίας ο Θείος Σκρουτζ θα αναμετρηθεί με μετεωρίτες, θα συναντήσει εξωγήινους, θα βγάλει χρήμα με ουρά και θα αναδειχθεί νικητής στην καθιερωμένη μέτρηση περιουσιών με τον Ρόμπαξ.

Η προβληματική κατάσταση της ιταλικής οικονομίας, οι ευρωπαϊκοί πανικοί των σούπερ-μάρκετ, η έκδηλη ανησυχία για την ποιότητα της διατροφής, η ακρίβεια και ο πληθωρισμός (όπως και ο απόηχος των διαστημικών προγραμμάτων των υπερδυνάμεων) περνούν αριστοτεχνικά στο background των 34 σελίδων του story ως ρεαλιστικό αλατοπίπερο του φαντασιακού στοιχείου.

Η ιταλική σχολή των δεκαετιών του ’70 και του ’80 δεν παραλείπει να σχολιάσει υπαινικτικά τον Ψυχρό Πόλεμο (δια της απαγωγής ενός καθηγητή από το παπιοαντίστοιχο του «σιδηρού παραπετάσματος» – Το Μυστήριο των Παστών Γαρίδων, Κόμιξ 211, Ιανουάριος 2006) ή την ενεργειακή κρίση (δια της εφεύρεσης ενός αυτοκινήτου που κινείται με ουράνιο – Ο χιλιομετροφάγος, Μίκυ Μάους 736, 8/8/1980). Εξ ου και 30 χρόνια μετά, εκτός από το να κάνει τον Ρόμπαξ να φάει το καπέλο του, ο Σκρουτζ Μακ Ντακ μπορεί άνετα να αναγκάσει τον Φουρουκάβα να ροκανίσει το σκάφανδρό του.